Optika Anagnostis ptolemaida Reggia Ptolemida Pizzaria iek voltetors butterflys ptolemaida

Ο Φιβιρίτσος (Παραμύθι από τη λαογράφο Παρθένα Τσοκτουρίδου)

5λ ανάγνωσης
Eordaialive.com - Τα Νέα της Πτολεμαΐδας, Εορδαίας, Κοζάνης Ο Φιβιρίτσος (Παραμύθι από τη λαογράφο Παρθένα Τσοκτουρίδου)

Μια φορά κι ένα καιρό ήτανε ένας γεωργός που είχε ένα ζευγάρι βόδια, τα οποία είχαν μεγάλα κέρατα κι από μέσα ήταν κούφια. Ήρθε ένα  μικρό ανθρωπάκι, πολύ μικρό, που μπήκε μέσα στο κέρατο του βοδιού. Κρατούσε ένα ξύλο κι έφτιαχνε κουμάντο τα βόδια να οργώνουνε.

Ο νοικοκύρης δεν ήξερε τι έκανε από την χαρά του και πότε – πότε πήγαινε στο σπίτι, στο καφενείο κι όλοι τον ρωτούσαν:

– «Μα, πώς οργώνουν τα βόδια τους από μόνα τους κι εσύ πηγαίνεις όπου θέλεις».

-Έχω ένα Φιβιρίτσο μέσα στο κέρατο, ένα πολύ μικρό ανθρωπάκι και μου κάνει αυτή τη δουλειά! τους είπε ο γεωργός.

Ένας γείτονας τον ζήλεψε. Πήγε κι έκλεψε τον Φιβιρίτσο. Τον πήγε στο σπίτι του να τον εξαφανίσει και είπε στη γυναίκα του:

-Άναψε τον φούρνο και μόλις πυρώσει καλά και κοκκινίσει, ρίξε μέσα τον Φιβιρίτσο. Ψήσ’ τον καλά και θα τον φάμε. Εγώ θα πάω στο χωράφι. Το βράδυ να τον βρω έτοιμο ψημένο.

Ο Φιβιρίτσος το άκουσε και πήρε τα μέτρα του. Άναψε τον φούρνο η γυναίκα του, τον κοκκίνισε καλά και είπε στον Φιβιρίτσο:

-Έλα μπες στο φούρνο.

-Καλά! της είπε. Πως θα μπω, όμως; Δείξε μου πως μπαίνουν μέσα!

-Έλα!.. Έλα να σου δείξω! του είπε η γυναίκα κι έκανε την κίνηση να του δείξει.

Ο Φιβιρίτσος την έσπρωξε και την έριξε μέσα στο φούρνο, την έψησε καλά και την έβγαλε. Έκοψε τα στήθη της και τα κρέμασε πίσω στην πόρτα και τα άλλα κομμάτια τα έβαλε όπου ήθελε όλα κρεμασμένα γύρω – γύρω. Ήρθε ο νοικοκύρης… τι να δει… ένα ανθρώπινο πόδι κρεμασμένο.. αλλού ένα χέρι… άνοιξε την πόρτα της κρεβατοκάμαρας κι είδε πίσω από την πόρτα δυο στήθη…

Τρόμαξε και κατάλαβε πως ήταν δουλειά του Φιβιρίτσου κι άρχισε να φωνάζει:

-Φιβριρίτσο!… Που είσαι;

-Εδώ είμαι! άκουσε τον Φιβιρίτσο να του απαντάει. Πάνω στο ταβάνι.

Τον πήρε τότε με το καλό να κατέβει με σκοπό να τον πετσοκόψει. Ο Φιβιρίτσος ήταν μια πιθαμή, αλλά ήταν πιο έξυπνος από αυτόν.

-Φιβιρίτσο, έλα κατέβα κάτω και δεν θα σου κάνω τίποτα.

-Ναι; Να κατέβω και να με σκοτώσεις;

-Σε παρακαλώ! τον χιλιοπαρακαλούσε, αλλά εκείνος που να γελαστεί!

-Φιβιρίτσο, πες μου πως ανέβηκες στο ταβάνι;

-Έβαλα βαρέλια το ένα πάνω στο άλλο και ανέβηκα.

Έβαλε βαρέλια κι εκείνος κι άρχισε να ανεβαίνει πάνω στα βαρέλια και… ΚΡΑΝΓΚΑ …με ένα μεγάλο κραδασμό έπεσε κάτω.

-Φιβιρίτσο! Πες μου την αλήθεια πως θα ανεβώ να έρθω μαζί σου!

-Θα βάλεις πολλά αυγά άβραστα το ένα πάνω στο άλλο και μόλις πατήσεις πάνω, αμέσως θα ανέβεις! του είπε.

Έβαλε πολλά αυγά και μόλις ανέβηκε πάνω τους… ΤΣΙΑΝΓΚΑΡ… έσπασαν κι έγινε χάλια. Ο Φιβιρίτσος έσκασε στα γέλια. Και πάλι του είπε:

-Σε παρακαλώ Φιβιρίτσο! Πες μου την αλήθεια πως ανέβηκες πάνω στο ταβάνι, να έρθω μαζί σου.

-Θα σου πω την αλήθεια, αλλά θα το κάνεις.

-Ναι, ό,τι πεις θα το κάνω! του είπε έχοντας στο νου του ότι έπρεπε πάση θυσία να ανέβαινε στο ταβάνι, γιατί φοβότανε τη ζωή του, μήπως τον σκότωνε ο Φιβιρίτσος.

-Θα ανάψεις τον φούρνο καλά-καλά. Θα βάλεις ένα φτυάρι να πυρωθεί καλά. Πρέπει να γίνει κόκκινο και θα βγάλεις το παντελόνι σου και το σώβρακο. Θα κάτσεις πάνω στο φτυάρι με γυμνό ποπό και … ΦΡΑΠ… θα ανέβεις αμέσως στο ταβάνι.

Όπως τον συμβούλεψε ο Φιβιρίτσος, έτσι έκανε. Μόλις όμως έβαλε στον ποπό του το πυρωμένο φτυάρι, κάηκε κι έβγαλε κάτι φωνέέέές!…

-Φιβιρίτσο, καλά μου έκανες γιατί σε έκλεψα από τον νοικοκύρη σου! του έλεγε, ώσπου δεν άντεξε και πέθανε.

Ο Φιβιρίτσος κατέβηκε, πήρε δρόμο κι έφυγε. Πήγε στο νοικοκύρη του, ο οποίος μόλις τον είδε χάρηκε. Τον αγκάλιασε και του είπε:

-Που ήσουν Φιβιρίτσο; Σε έψαχνα παντού και δεν μπόρεσα να σε βρω.

Ο Φιβιρίτσος του είπε την ιστορία του κι από κει και πέρα πάλι του όργωνε τα χωράφια του και ζήσανε μαζί μέχρι το τέλος της ζωής τους.

Πως σας φάνηκε το άρθρο;
+1
0
+1
0
+1
0
Μοιραστείτε αυτό το άρθρο
Αφήστε ένα σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *