Optika Anagnostis ptolemaida Reggia Ptolemida Pizzaria iek voltetors butterflys ptolemaida

Χάτσι ( του Βασίλη Μαγκλάρα)

5λ ανάγνωσης
Χάτσι ( του Βασίλη Μαγκλάρα)

Στη χιονοσκεπασμένη πόλη μας στα βόρεια της χώρας μου, οι θερμοκρασίες για αρκετές μέρες, παίζανε κάτω από το μηδέν. Γενάρης βέβαια και ο χειμώνας βρισκόταν στην καρδιά του, δείχνοντας τις πιο άγριες διαθέσεις του. Ήταν τα χρόνια που ακόμα οι χειμώνες επαλήθευαν την εποχή τους στο χρόνο και όχι σαν αυτούς που χάθηκαν ανάμεσα στο φθινόπωρο και την άνοιξη όπως τώρα. Κάτι τέτοιες μέρες και ακόμα χειρότερες νύχτες, πάγωναν ακόμα και τη σκέψη σου να βρεθείς έξω, απροστάτευτος στο μένος του βοριά.

Ένα πρωινό, μετά από μια τέτοια νύχτα που ξεπέρασε τους μείον 15 βαθμούς, την πόρτα μας κτύπησε ένας ασυνήθιστος επισκέπτης. Μια μικρή φατσούλα πρόβαλλε μέσα απ’ τις χούφτες του γιού μου. Ένα τοσοδούλη σκυλάκι πού έτρεμε σύγκορμο και το βλέμμα του – αυτό το βλέμμα που ακόμα με συγκλονίζει – ικέτευε την ανθρωπιά μας. Βγάζοντας δε κάποια ψιθυριστά γρυλίσματα δεν άφηνε κανένα συναισθηματικό περιθώριο άρνησης να τη δεχτούμε. Κοιτώντας το γιό μου, μου εξήγησε πως το βρήκε κάτω από ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο στην είσοδο της πολυκατοικίας μας να τρέμει κλαίγοντας.

Κάπως έτσι μπήκε στη ζωή μας αυτό το ζωντανούλι και παρά τις φοβίες της γυναίκας μου στα σκυλιά, αυτή έσπευσε πρώτη να βρει μια μικρή κούπα και να του ζεστάνει λίγο γάλα. Βλέποντας την απορία μας για τη φροντίδα του και το μικρούλι να είναι κολλημένο στα πόδια της παίζοντας, αναρωτήθηκε δυνατά – Με τι καρδιά ν’ αρνηθείς αυτή τη ψυχούλα; Αυτό ήταν. Το απόγευμα της ίδιας μέρας το πήγαμε στον κτηνίατρο, το εξέτασε, του άνοιξε βιβλιάριο υγείας, του έκανε τα εμβόλια και το παιδί μου της έδωσε το όνομα «Χάτσι».

Όπως καταλαβαίνετε ήταν ένα θηλυκό κουταβάκι που μπήκε απρόσμενα στη ζωή μας και έμελλε να εξελιχθεί – κατακτώντας μας καθημερινά – σε μέλος της οικογένειά ς μας. Η παιχνιδιάρικη το πρώτο διάστημα στάση της, δεν προμήνυε την προσεχτική και γεμάτη αφοσίωση συμπεριφορά της στη συνέχεια. Όσο μεγάλωνε μας εξέπληττε με τις αρετές της. Ενώ βρισκόταν τις περισσότερες ώρες της ημέρας μέσα στο διαμέρισμα, δεν έκανε μια ατσαλιά, δεν λέρωσε, δεν μας έδωσε την αφορμή να την παρατηρήσουμε για κάτι που μας ενόχλησε.

Όσον αφορά τα ενστικτώδη (γιατί δεν της το ζητήσαμε) καθήκοντα της φύλαξης του Χώρου μας, ο ζήλος της δεν επέτρεπε να πλησιάσει κανείς ούτε την πόρτα μας, ούτε την είσοδο του παρκινγκ, χωρίς να μας ενημερώσει. Στις επισκέψεις μας δε, στο εξοχικό μας, περιπολούσε διαρκώς γύρω από το σπίτι και όποιος περνούσε ακόμα και έξω από την περίφραξη, ήταν εν δυνάμει ύποπτος και άκουγε τα εξ’ αμάξης. Δεν θα ήταν υπερβολή αν θα λέγαμε ότι με τη Χάτσι μας έχουμε έναν ήρεμο ύπνο.

Όμως, όσα προανέφερα και πόσα ακόμα μου διαφεύγουν, είναι λίγα για να περιγράψουν τον χαρακτήρα της Χάτσι. Η ευαισθησία της να συναισθάνεται και να συμμερίζεται ότι μας συμβαίνει. Η Ιώβειος υπομονή της να μας περιμένει στην πόρτα όταν βγαίναμε και γυρνώντας να πηδάει πάνω μας απ’ τη χαρά της, κάνοντας την πανέμορφη ουρά της ανεμοστρόβιλο. Έχοντας επίσης μια αντίληψη που μας έφερνε πολλές φορές σε δύσκολη θέση, αποφεύγαμε να τη σχολιάσουμε για κάτι που έκανε, γιατί αμέσως καταλάβαινε και αποσυρόταν για να μην ενοχλεί. Παρότι μπορούσε να φάει όλο το φαγητό της, αρκετές φορές αποτραβιόταν από το πιάτο με τη τροφή της, πηγαίνοντας στην άλλη άκρη της βεράντας, προκειμένου τα πουλάκια που πλέον είχαν μάθει την προσφορά της, να γευματίσουν κι’ αυτά. Ποιος ξέρει, τη σύνδεση, την αλληλεγγύη, που χαράχτηκε στην  ψυχούλα της στο λίγο χρόνο της δοκιμασίας της σαν αδέσποτο, με τις αδέσποτες ζωούλες.

Ότι και να πω, ότι και να γράψω, είναι λίγα για να περιγράψω τα χαρίσματα της Χάτσι. Είναι τόσα αυτά που μας λένε τα μάτια της κατανοώντας τι μας στεναχωρεί και τι μας πικραίνει που δεν μπορώ να της κρυφτώ. Αυτά τα μάτια με κοίταζαν με αγωνία, με χίλια ερωτηματικά, όταν την πήγαμε στο κτηνίατρο για μια μικρή πληγή στο στήθος της που εμπόδιζε τα βήματά της. Εκεί στο παγωμένο πάγκο του κτηνιατρείου δεν ήθελα να πιστέψω πως η ζωή φέρεται τόσο σκληρά ακόμα και σ’ αυτά τα υπέροχα πλασματάκια του Θεού. Εκεί με κομμένη την ανάσα και θολωμένα τα μάτια μου δεν ήθελα να την κοιτάξω και να διαβάσει τα συναισθήματά μου. Απλά την αγκάλιασα και της ψιθύρισα «Να ξέρεις μας έκανες καλύτερους ανθρώπους».

Μαγκλάρας Βασίλης 19/3/24                                                                                                                                  [email protected]

Πως σας φάνηκε το άρθρο;
+1
0
+1
2
+1
0
Μοιραστείτε αυτό το άρθρο
Αφήστε ένα σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *