Για σαφή διαχωριστική γραμμή της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ από την πολιτική που εκπροσωπεί η αξιωματική αντιπολίτευση με ταξικό πρόσημο, έκανε λόγο ο πρωθυπουργός στην ομιλία του, στη διάρκεια της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου.
Στην κατεύθυνση αυτή, αναφέρθηκε στον υπολογισμό των οικογενειακών επιδομάτων, που στην τρίτη αξιολόγηση αυξήθηκε φτάνοντας στα 910 εκ ευρώ πράγμα που σημαίνει όπως είπε ότι εφέτος 600 χιλιάδες οικογένειες θα δουν αυξημένο επίδομα τέκνων. Αναφέρθηκε επίσης στα 140 χιλιάδες σχολικά γεύματα και στην προσπάθεια αναβάθμισης του σχολείου. Παρότι το ποσοστό μερικής απασχόλησης είναι υψηλό καταφέραμε να αντιστρέψουμε την τάση υπέρ της πλήρους απασχόλησης, ανέφερε επίσης ο πρωθυπουργός.
Ο Αλέξης Τσίπρας, τόνισε ότι είναι και οι κοινωνικοί δείκτες που ανακάμπτουν. Παρέπεμψε στο ζήτημα της ανεργίας που «μειώνεται σταθερά τα τελευταία δυόμιση χρόνια», και στη μάχη στον τομέα της υποδηλωμένης και αδήλωτης εργασίας, με μείωση του ποσοστού από το 19% στο 13%, αλλά και στις «μεγάλες τομές και στον τομέα της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας, την πάταξη της διαφθοράς αλλά κυρίως την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους».
«‘Ολα αυτά αποτελούν συγκεκριμένα δείγματα γραφής για το σχεδιασμό μας. Και το 2018 έτος εξόδου από το μνημόνιο θα είναι χρονιά που θα μπορέσουμε να κάνουμε ακόμη πιο σαφές το δικό μας ταξικό πρόσημο και το δικό μας προσανατολισμό. αυτό είναι το κλειδί σύνδεσης με τα στρώματα που θέλουμε να εκφράζουμε. Θελω να τονίσω ότι αυτή η δικαιολογημένη μεροληψία δεν οδηγεί σε ένα νέο διχασμό, αντίθετα ενώνει όλους τους πολίτες σε ένα νέο αναπτυξιακό σχεδιασμό με κοινωνική δικαιοσύνη», τόνισε.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και σε ένα αναπτυξιακό σχεδιασμό «με στήριξη επενδύσεων, κεντρικό ρόλο στην εργασία, αναδιανεμητικό χαρακτήρα και καταπολέμηση της διαφθοράς» συνέχισε.
«Δύο χρόνια τώρα δίνουμε καθημερινή μάχη στα υπουργεία, το κοινοβούλιο, στους ελεγκτικούς μηχανισμούς, απέναντι σε πρακτικές δίκτυα βαθια εμπεδωμένες πρακτικές. Είναι απαίτηση αυτή τη μάχη να τη συνεχίσουμε», τόνισε. «Να αποδείξουμε ότι είμαστε όχι μόνο διαφορετικοί, αλλά και αποφασισμένοι» πρόσθεσε.
«Το 2018 θα είναι μια χρονιά επιτάχυνσης και εμβάθυνσης των δικών μας πολιτικών αντιλήψεων και πρωτοβουλιών, μια χρονιά όπου θα μπορέσουμε να κάνουμε ακόμη πιο σαφές το δικό μας ταξικό πρόσημο και τον δικό μας πολιτικό προσανατολισμό», είπε ο Αλέξης Τσίπρας.
Απευθυνόμενος στους υπουργούς είπε ότι θα πρέπει η κυβέρνηση να εργαστεί συντονισμένα χωρίς παλινωδίες. Στάθηκε ιδιαίτερα στη μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας υγείας, στις αλλαγές στο λύκειο, στην τοπική αυτοδιοίκηση, την ολοκλήρωση των περιφερειακών συνεδρίων ώστε να προκύψει το νέο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση και τόνισε ότι «πρέπει να πάρουμε το νήμα από τον πλατύ διάλογο των πολιτών για τη συνταγματική αναθεώρηση».
Ο πρωθυπουργός κατέληξε: «Ο δρόμος είναι μπροστά μας. Οι προσδοκίες των πολιτών είναι υψηλές και είμαι βέβαιος ότι δε θα τις διαψεύσουμε».
ANAΛΥΤΙΚΑ Η ομιλία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στο Υπουργικό Συμβούλιο
Εύχομαι σε όλες και σε όλους Καλή Χρονιά. Το 2018 είμαι βέβαιος ότι θα είναι για όλους μας μια χρονιά-ορόσημο, μια χρονιά-σταθμός, ένα έτος γεμάτο προκλήσεις, που, βεβαίως, αυτές οι προκλήσεις για να μπορέσουν να υλοποιηθούν και να κερδηθούν με τον θετικότερο δυνατό τρόπο, χρειάζεται σκληρή δουλειά, ώστε να είναι όχι μόνο ένα έτος-ορόσημο, αλλά και ένα έτος δικαίωσης για τις θυσίες του ελληνικού λαού.
Νομίζω ότι μπήκε με καλούς οιωνούς το 2018, ιδιαίτερα στον τομέα της οικονομίας. Μέσα στο επόμενο διάστημα και με ορόσημο αυτή τη συνεδρίαση την κρίσιμη του Eurogroup στις 22 του Γενάρη, ολοκληρώνουμε τη διαδικασία της 3ης αξιολόγησης και περνάμε στο τελευταίο κεφάλαιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, το οποίο συμφωνήσαμε, υπό γνωστές συνθήκες, το καλοκαίρι του 2015. Και έτσι κλείνουμε έναν πολύ μεγάλο κύκλο, μακροχρόνιο κύκλο επιτροπείας για τη χώρα, που ξεκίνησε από τον Μάιο του 2010, όταν η χώρα μας αποκλείστηκε από τις αγορές χρήματος.
Ο αποκλεισμός αυτός δεν ήρθε φυσικά τυχαία. Ήταν το αποτέλεσμα στρεβλών πολιτικών επιλογών δεκαετιών, που άφησαν τη χώρα μας έρμαιο των συνεπειών μιας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, που χτύπησε την Ελλάδα πιο βίαια από κάθε άλλη χώρα του κόσμου.
Πολλά μπορεί να πει κανείς για τις αιτίες αυτής της εξέλιξης.
Πρώτα από όλα, μια οικονομία με σαθρή βάση, χωρίς αναπτυξιακό σχέδιο, με διαχρονική υστέρηση στον τομέα των εσόδων.
Δεύτερον, ένα κράτος στο οποίο οργίαζε μία πελατειακή λογική, η διαφθορά, αλλά και η γενικευμένη φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή. Και αυτό το τελευταίο, επίσης, δεν ήταν αποτέλεσμα ούτε αμέλειας ούτε ανικανότητας, αλλά μια συνειδητή πολιτική, μια στρατηγική –θα έλεγα- οικοδόμησης συναινέσεων.
Και τρίτον, σε όλα αυτά ήρθαν να προστεθούν, αμέσως μετά την αδυναμία της χώρας να μπορεί να δανείζεται από τις αγορές και τον εξαναγκασμό της σε προγράμματα προσαρμογής, ήρθαν να προστεθούν προγράμματα, που όχι μόνο δεν οδήγησαν στις αναγκαίες θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, αλλά οδήγησαν σε ένα καθοδικό σπιράλ, που βύθισε την ελληνική οικονομία στην ύφεση και τεράστια τμήματα της ελληνικής κοινωνίας στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Εμείς προσπαθήσαμε κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης του 2015 να αντιστρέψουμε τη φορά αυτών των πολιτικών επιλογών. Δεν καταφέραμε, βεβαίως, όσα θα θέλαμε, αλλά πετύχαμε ένα πρόγραμμα, που δεν μπορεί ούτε καν να συγκριθεί με τα δύο προηγούμενα.
Και τούτο διότι λάβαμε υπόψη μας, όχι μόνο τα οικονομικά μεγέθη, τα δημοσιονομικά μεγέθη, αλλά και την κοινωνία και τις ανάγκες της, κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης.
Οι κοινωνικές αυτές ανάγκες εντάχθηκαν στην εξίσωση ως μια από τις μεταβλητές του προγράμματος. Και ήταν ακριβώς αυτός ο λόγος που, παρά τις αναμφισβήτητες κοινωνικές συνέπειες, καταφέρνουμε σήμερα να μπαίνουμε στην τελική φάση ολοκλήρωσης του 3ου και τελευταίου προγράμματος, του 3ου προγράμματος, αλλά και του μόνου προγράμματος, που ολοκληρώνεται με επιτυχία. Και αυτό έχει σημασία να το πούμε.
Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία. Η δημοσιονομική προσαρμογή έχει ήδη ολοκληρωθεί. Το 2017 πετύχαμε, για τρίτη συνεχόμενη φορά, δημοσιονομική υπεραπόδοση, ενώ η 3η αξιολόγηση κλείνει, χωρίς ούτε ένα ευρώ νέα δημοσιονομικά μέτρα. Και αυτή είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό, στα οκτώ χρόνια που βρισκόμαστε εντός προγράμματος. Ποτέ ξανά στο παρελθόν δεν έκλεισε μια διαδικασία αξιολόγησης, ένας νέος προϋπολογισμός, χωρίς την απαίτηση από την πλευρά των δανειστών μας για νέα δημοσιονομικά μέτρα.
Την ίδια στιγμή, όμως, και νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό, η οικονομία συνολικά έχει μπει σε φάση ανάκαμψης. Τα θεμελιώδη μεγέθη ανακάμπτουν σταθερά. Οι ξένες επενδύσεις το 2017 άγγιξαν τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό ρεκόρ για την τελευταία δεκαετία, όχι μόνο για την περίοδο της κρίσης. Ενώ και το λιανικό εμπόριο παρουσιάζει ανάκαμψη, που ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο και ως αποτέλεσμα της απόφασής μας για την παροχή του κοινωνικού μερίσματος τον Δεκέμβριο, συνολικού ύψους πάνω από 1 δις ευρώ, αν συνυπολογίσουμε και τις επιστροφές στις συντάξεις. Συνολικά, πάνω από 1 δις πήγε στους πιο αδύναμους και, βεβαίως, αν όχι όλο, η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του ποσού έπεσε αμέσως στην πραγματική οικονομία.
Ταυτόχρονα, βλέπουμε επίσης ότι για πρώτη φορά, μετά από οχτώ χρόνια, οι αμοιβές αυξάνονται, ενώ και το μέσο διαθέσιμο εισόδημα έχει περάσει σε θετικό έδαφος, πράγμα που είναι ίσως και το κυριότερο στη μάχη για τη μείωση των ανισοτήτων, που στο εξής αποτελεί και έναν από τους κεντρικούς, ίσως τον κεντρικότερο στόχο αυτής της κυβέρνησης.
Και είναι ακριβώς αυτά τα χειροπιαστά συγκεκριμένα αποτελέσματα, που έχουν οδηγήσει στη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.
Εμπιστοσύνη που, βεβαίως, εκφράζεται στην εντυπωσιακή πορεία, κατά κοινή παραδοχή, των ελληνικών ομολόγων. Δεν θέλω να κουράσω με νούμερα, αλλά να σημειώσω ότι το ελληνικό δεκαετές ομόλογο κινείται ήδη σε έδαφος κάτω από το 4%, σημειώνοντας τις χαμηλότερες αποδόσεις του, εδώ και μια δεκαετία. Την προηγούμενη εβδομάδα, αν δεν κάνω λάθος, έκλεισε με το χαμηλότερο ποσό της τελευταίας δωδεκαετίας. Άρα, είναι φανερό ότι πλέον έχουμε μπει σε μία πορεία, που φανερώνει πως η επιστροφή της χώρας μας στις αγορές χρήματος μετά τον ερχόμενο Αύγουστο, όταν και λήγει η δανειακή σύμβαση, δεν θα είναι κάτι το οποίο είναι απλά μια ρητορική ή ένα σύνθημα. Είναι κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί. Όλες οι ενδείξεις αυτό φανερώνουν και συνεπώς νομίζω ότι αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός στόχος, τον Αύγουστο να μπει ένα οριστικό τέλος στα προγράμματα, στη συνθήκη της επιτροπείας, στην οποία η χώρα μας μπήκε τον Μάιο του 2010, ακριβώς επειδή δεν μπορούσε να δανειστεί από τις αγορές. Σήμερα, λοιπόν, τα μεγέθη είναι τέτοια, που μας γυρνούν σε χρόνια πολύ πριν το 2010. Έχουμε χαμηλότερο δωδεκαετίας, που σημαίνει ότι, αν αυτή τη στιγμή βγούμε στις αγορές, έχουμε ένα μέγεθος που αντιστοιχεί στο ποσό που δανειζόμασταν το 2006, πολύ-πολύ πριν την κρίση.
Δεν είναι, όμως, μόνο τα αποτελέσματα στην οικονομία που είναι θετικά. Γιατί το κρίσιμο, για εμάς, αυτή την ώρα, είναι να μπορέσουμε να μεταφέρουμε τους θετικούς δείκτες στην πραγματική ζωή των πολιτών, από τους αριθμούς τα θετικά μηνύματα να πάνε στους ανθρώπους. Αυτό είναι το κρίσιμο.
Έχουμε, λοιπόν, θετικά μηνύματα και θετικούς δείκτες, όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην κοινωνία. Η ανεργία μειώνεται σταθερά τα τελευταία δυόμιση χρόνια. Κατά τη διάρκεια της δικής μας διακυβέρνησης έχουν δημιουργηθεί περίπου 320.000 περισσότερες θέσεις εργασίας, με την πλειοψηφία των νέων θέσεων να είναι θέσεις πλήρους απασχόλησης. Παρά το γεγονός, βεβαίως, ότι το ποσοστό μερικής απασχόλησης είναι ακόμη υψηλό, το σημαντικό είναι ότι καταφέραμε να αντιστρέψουμε τη φορά, την τάση, δηλαδή, υπέρ των θέσεων μερικής απασχόλησης, που είχε δημιουργηθεί ιδιαίτερα την περίοδο 2012 -2015. Ενώ την ίδια στιγμή δίνουμε μάχες με θετική έκβαση πολλές φορές στον τομέα της υποδηλωμένης και αδήλωτης εργασίας, έχοντας καταφέρει να μειώσουμε το ποσοστό από το 19% στο 13%.
Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής μας, επίσης, έχουν γίνει μεγάλες τομές και στον τομέα της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας, της πάταξης της διαφθοράς, αλλά κυρίως στον τομέα της οικοδόμησης ενός νέου κοινωνικού κράτους.
Είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που γίνεται εμφανής και η διαιρετική γραμμή, που μας χωρίζει από τις δυνάμεις του παλιού πολιτικού συστήματος. Είναι εκεί που φαίνεται με χαρακτηριστικό τρόπο τι σημαίνει πως η κοινωνική μεταβλητή έχει ενταχθεί στην εξίσωση της διαμόρφωσης του προγράμματος προσαρμογής.
Δεν χρειάζεται να πω πολλά: Αρκεί να αναφερθώ στον προϋπολογισμό των οικογενειακών επιδομάτων, που στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για την 3η αξιολόγηση, καταφέραμε να αυξηθεί κατά 260 εκ. ευρώ το 2018, φτάνοντας τελικά στα 910 εκατομμύρια. Πράγμα που σημαίνει ότι φέτος περίπου 600.000 οικογένειες θα δουν αυξημένα επιδόματα τέκνων.
Να αναφερθώ, επίσης, στις μεγάλες προσπάθειες για την χρηματοδότηση και στελέχωση του ΕΣΥ, που φαίνεται ότι σιγά-σιγά έχει αρχίσει να στέκεται στα πόδια του, παρά τα προβλήματα. Αλλά να αναφερθώ και στη μεγάλη προσπάθεια για τη μεταρρύθμιση, που αφορά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που είναι σε εξέλιξη με τη δημιουργία Τοπικών Μονάδων Υγείας .
Να αναφερθώ στα 140.000 χιλιάδες σχολικά γεύματα, αλλά και στις μεγάλες προσπάθειες που γίνονται στον χώρο της Παιδείας για την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου.
Όλα αυτά και πολλά περισσότερα αποτελούν συγκεκριμένα δείγματα γραφής για τις προθέσεις και τον σχεδιασμό μας.
Και το 2018, έτος εξόδου από την μνημονιακή επιτροπεία, θα είναι μια χρονιά επιτάχυνσης, εμβάθυνσης των δικών μας πολιτικών αντιλήψεων και πρωτοβουλιών.
Θα είναι μια χρονιά που θα μπορέσουμε να κάνουμε ακόμη πιο σαφές το δικό μας ταξικό πρόσημο και τον δικό μας πολιτικό προσανατολισμό.
Και θα έλεγα ότι αυτό ακριβώς είναι και το κλειδί για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Αυτό είναι το κλειδί για την ενίσχυση μιας μεγάλης κοινωνικής συμμαχίας με τα στρώματα που θέλουμε προνομιακά να εκφράζουμε και να εκπροσωπούμε.
Μας κατηγορούν κάποιοι για μεροληψία. Εγώ θα ήθελα να τονίσω ότι αυτή η ομολογημένη μεροληψία δεν οδηγεί, όπως κάποιοι κατηγορούν, σε έναν νέο κοινωνικό διχασμό, δεν οδηγεί σε μια νέα διαίρεση. Αντίθετα, θα έλεγα ότι ενώνει όλους τους πολίτες, όλες τις κοινωνικές δυνάμεις σε έναν ενιαίο αναπτυξιακό σχεδιασμό, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι ακριβώς αυτή η μεροληψία που μπορεί να εγγυηθεί –θα προσέθετα εγώ- την αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, χωρίς ταυτόχρονη προσπάθεια για μείωση των ανισοτήτων, χωρίς ενίσχυση του εισοδήματος, χωρίς αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής και της δικαιοσύνης. Κάθε άλλη συνταγή έχει αποδειχτεί στο παρελθόν ότι δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά να προετοιμάζει το έδαφος για μια νέα κρίση.
Εμείς, αντίθετα, διαμορφώνουμε καθημερινά τις προϋποθέσεις για να φύγουμε οριστικά από τη συνθήκη της κρίσης. Και το καλοκαίρι του 2018, το τέλος των μνημονίων, θα είναι για μας ένας σταθμός στη μακρά πορεία ανάκαμψης της οικονομίας και στη μακρά πορεία για την ανασυγκρότηση της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής ισορροπίας. Ένας σταθμός σημαντικός μεν, αλλά όχι το τέλος της διαδρομής.
Γιατί στόχος μας δεν είναι να επιστρέψει η χώρα στην προ του 2010 περίοδο, κουβαλώντας τις ίδιες παθογένειες, τις ίδιες στρεβλώσεις και τις ίδιες αδυναμίες, που την οδήγησαν στη χρεοκοπία.
Γι’ αυτό και επενδύουμε σε έναν αξιόπιστο και μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό σχεδιασμό. Με στήριξη των επενδύσεων, με κεντρικό ρόλο στην εργασία, με αναδιανεμητικό πρόσημο, με στήριξη του κοινωνικού κράτους και με καταπολέμηση της διαφθοράς.
Επιτρέψτε μου, όμως, λίγα λόγια γι’ αυτό το τελευταίο: για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Διότι πιστεύω ότι η καταπολέμηση της διαφθοράς, μαζί με τη στήριξη της εργασίας και την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού κράτους, ίσως αποτελούν και τον πυρήνα, τον σκληρό πυρήνα των κυβερνητικών πρωτοβουλιών της νέας περιόδου.
Τρία χρόνια τώρα δίνουμε καθημερινά μάχη. Μάχη στο εσωτερικό των Υπουργείων, μάχη στο Κοινοβούλιο, μάχη στους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Δίνουμε αγώνα απέναντι σε πρακτικές, σε δίκτυα, σε διαμορφωμένες και βαθειά εμπεδωμένες αντιλήψεις.
Και είναι λαϊκή απαίτηση αυτή τη μάχη και αυτή την προσπάθεια να τη συνεχίσουμε. Να πετύχουμε περισσότερα και πιο απτά αποτελέσματα. Να αποδείξουμε ότι όχι μόνο εμείς είμαστε διαφορετικοί και αυτό νομίζω ότι είναι το εύκολο, γιατί είμαστε και φαίνεται. Αλλά να αποδείξουμε και ότι είμαστε αποφασισμένοι.
Αποφασισμένοι να επιμερίσουμε ευθύνες, να αποκαταστήσουμε το αίσθημα δικαίου, να συνδράμουμε στην κοινή απαίτηση –θα έλεγα- για την απόδοση δικαιοσύνης. Και θα ήθελα να πω ότι αυτή την προσπάθεια θα τη συνεχίσουμε όλοι μαζί και ότι εγώ αποφασισμένος αυτή η προσπάθεια να μην μείνει στη μέση. Θα κάνω και θα κάνουμε όλοι μας ό,τι πρέπει και ό,τι περνάει από το χέρι μας για να μην μείνει στη μέση.
Έχουμε ευθύνη απέναντι στον ελληνικό λαό να σχεδιάσουμε συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες, ώστε να αποδίδουμε καθημερινά δικαιοσύνη. Να μην επιτρέπουμε, για παράδειγμα, να γίνονται στόχος του κράτους ή των τραπεζών οι φτωχοδιάβολοι της μισθωτής εργασίας ή της μικρής επιχειρηματικότητας, ενώ, την ίδια στιγμή, μεγαλοεπιχειρηματίες που χρεοκόπησαν τις επιχειρήσεις τους και έβγαλαν τα χρήματά τους αφορολόγητα στο εξωτερικό ή και πολιτικοί που διασπάθισαν δημόσιο χρήμα να συνεχίζουν ανενόχλητοι να απολαμβάνουν τους καρπούς των παρανομιών τους στην πλάτη του ελληνικού λαού. Έτσι μόνο μπορούν να διαμορφωθούν και οι συνθήκες για την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού και παραγωγικού μοντέλου. Και εκεί πρέπει να εστιάζονται όλες μας οι προσπάθειες. Δίκαιη ανάπτυξη, κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και απόδοση δικαιοσύνης για όλα όσα συνέβησαν στο παρελθόν, πλήγωσαν τη χώρα και την οδήγησαν στην χρεοκοπία.
Το 2018, λοιπόν, θα είναι ένα έτος γεμάτο προκλήσεις -δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό- αλλά και σημαντικές ευκαιρίες, ευκαιρίες που δεν πρέπει να χάσουμε. Όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην εξωτερική πολιτική. Όπως, για παράδειγμα, στο θέμα της ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, που εδώ και 25 χρόνια βαλτώνει. Και βαλτώνει εις βάρος της χώρας μας. Έχουμε ένα παράθυρο για λύση, στον βαθμό που η στροφή των γειτόνων μας αποδειχθεί ειλικρινής. Λύση που αν επιτευχθεί θα είναι προς όφελος της ειρήνης και της συνεργασίας στη Βαλκανική, αλλά και προς όφελος μιας νέας δυναμικής για τη χώρα μας στην ευρύτερη περιοχή. Τις επόμενες μέρες, λοιπόν, θα φανεί κατά πόσο είναι εφικτό να γίνουν ουσιαστικά βήματα σε αυτή τη κατεύθυνση. Τις επόμενες μέρες, όμως, δεν θα φανεί, θα γίνουν ουσιαστικά βήματα, για να πάρουμε και την τελευταία στροφή –θα έλεγα εγώ-πριν μπούμε στην τελική ευθεία του προγράμματος, στην τελική ευθεία των μνημονίων. Ολοκληρώνουμε τη διαδικασία της τρίτης αξιολόγησης και περνάμε στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων για την έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα.
Άρα, λοιπόν, είναι ακριβώς το 2018, το έτος που θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις της επόμενης μέρας. Για την οικονομική ανάκαμψη, για την αναβάθμιση της διεθνούς θέσης και του διεθνούς ρόλου της χώρας μας, αλλά εγώ θα προσέθετα και για τους ορίζοντες που θα ανοίξουν για μια νέα μεγάλη πολιτική νίκη το 2019.
Πρέπει, λοιπόν, να δουλέψουμε με προσήλωση, ώστε να έχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Συντονισμένα, με αλληλεγγύη, χωρίς παλινωδίες, χωρίς καθυστερήσεις. Και, βεβαίως, την ίδια στιγμή να έχουμε στο μυαλό μας ότι έχουμε μπροστά μας να ολοκληρώσουμε και τις μεγάλες θεσμικές αλλαγές, για τις οποίες έχουμε ήδη δεσμευτεί να τις ολοκληρώσουμε, αφήνοντας και το αποτύπωμα, το βαθύ μεταρρυθμιστικό στίγμα. Για παράδειγμα:
Να υλοποιήσουμε τη μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Τη μεταρρύθμιση στην Εκπαίδευση για το Νέο Λύκειο και την αναβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου.
Να προχωρήσουμε τη μεγάλη θεσμική τομή, τη μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Να ολοκληρώσουμε τον πλατύ κοινωνικό διάλογο των Περιφερειακών Συνεδρίων για να καταλήξουμε στο νέο αναπτυξιακό σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση, υλοποιώντας την ίδια στιγμή όσα έχουμε δεσμευτεί μέχρι στιγμής στις τοπικές κοινωνίες με τους παραγωγικούς φορείς.
Και, βεβαίως, να πάρουμε το νήμα από τον διάλογο, τον πλατύ διάλογο με την Κοινωνία των Πολιτών, για την προαναγγελθείσα Συνταγματική Αναθεώρηση και να προχωρήσουμε τις προβλεπόμενες διαδικασίες.
Ο δρόμος, λοιπόν, είναι μπροστά μας.
Η κοινωνία μας παρακολουθεί.
Οι πολίτες έχουν υψηλές προσδοκίες. Και είμαι βέβαιος ότι δεν θα τις διαψεύσουμε.
Καλή Χρονιά, λοιπόν, και καλή δουλειά.
Σας ευχαριστώ.