Το ΕΣΥ θα επιβιώσει και το 2018 παρότι, «ο προϋπολογισμός είναι οριακός και οι διαθέσιμοι πόροι είναι λιγότεροι από τις υγειονομικές ανάγκες της κοινωνίας», τονίζει σε συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, που προσθέτει πως «η λιτότητα είναι παρούσα, ο προϋπολογισμός είναι και φέτος οριακός, αλλά η επιβίωση του ΕΣΥ έχει διασφαλιστεί πλήρως».
Παραδέχεται πως η κριτική για αργούς ρυθμούς στις προσλήψεις, είναι ακριβής και επισημαίνει ότι «δυστυχώς αυτοί είναι οι ρυθμοί του Κράτους και της υπηρεσιακής γραφειοκρατίας». Παρ’ όλα αυτά, αναφέρει πως το 2018 θα ολοκληρωθεί η προκήρυξη που αφορά «περίπου 2000 νοσηλευτές και παραϊατρικό προσωπικό , θα προχωρήσουν οι κρίσεις για 1260 γιατρούς και η προκήρυξη -με το νέο σύστημα- για άλλες 1500 θέσεις».
Οι επικουρικοί γιατροί δεν μπορούν να γίνουν αορίστου χρόνου.
Όσον αφορά τους επικουρικούς, που παρατάθηκε η θητεία τους μέχρι και το τέλος του 2018, ξεκαθαρίζει ότι δεν μπορούν να γίνουν αορίστου χρόνου, αλλά η δυνατότητα μονιμοποίησης τους «μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τη διεκδίκηση μιας θέσης από τις 2760 που έχουμε μέχρι σήμερα προκηρύξει ή πρόκειται να προκηρύξουμε μέσα στο 2018».
Θα ενημερωθούν εγγράφως οι ανασφάλιστοι στους οποίους η εφορία θα διαγράψει χρέη από νοσήλια.
Για τους ανασφάλιστους, επισημαίνει πως θα ενημερωθούν εγγράφως όλοι, όσους αφορά η διαγραφή 28 εκατ. ευρώ βεβαιωμένων χρεών στην εφορία για χρήση υπηρεσιών Υγείας. «Η ρύθμιση νομοθετήθηκε, η διαδικασία είναι σε εξέλιξη, αλλά καθυστερεί λίγο γιατί δεν ήταν τόσο εύκολη τεχνικά όσο φαινόταν στην αρχή» τονίζει ο κ. Ξανθός. Όπως αποκαλύπτει, το 2017 «συνταγογραφήθηκαν μέσα από το σύστημα της ΗΔΙΚΑ 840.000 ανασφάλιστοι για φάρμακα αξίας 165 εκατ. ευρώ. Πολλοί από αυτούς εξετάστηκαν στις δημόσιες δομές, έκαναν διαγνωστικές πράξεις, νοσηλεύτηκαν ή πήραν ακριβές θεραπείες απολύτως δωρεάν».
Κανένας ασθενής δεν θα μείνει χωρίς φάρμακα. «Τροχειοδεικτική βολή» η στάση μας απέναντι στη Roche. «Δεν θα βρει μιμητές» αυτό που έκαναν.
Σχετικά με τη νέα φαρμακευτική πολιτική, ο υπουργός Υγείας κάνει λόγο για βελτιωτικές αλλαγές στο «μίγμα» της φαρμακευτικής πολιτικής, δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση των επιβαρύνσεων που αφορούν την κοινωνία. «Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται να αφήσουμε ασθενή χωρίς τη φαρμακευτική αγωγή που έχει ανάγκη», επισημαίνει, ενώ παράλληλα παραδέχεται πως ο κλειστός προϋπολογισμός τής εξωνοσοκομειακής και νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης, είναι όντως χαμηλός .
«Είναι αλήθεια ότι η υπέρβαση της δαπάνης επιβαρύνει με υψηλό claw back τις φαρμακευτικές εταιρείες», αναφέρει και σχολιάζει πως ο χειρισμός που έγινε στην περίπτωση του «εκβιασμού της Roche», ήταν η «τροχειοδεικτική βολή» του υπουργείου Υγείας.
«Δεν επιτρέψαμε την απόσυρση του αντικαρκινικού φαρμάκου, και νομίζω ότι αυτή η απαράδεκτη κίνηση δεν θα βρει άλλους μιμητές» λέει χαρακτηριστικά.
100 νέες ΤΟΜΥ θα λειτουργήσουν μέχρι τον Ιούνιο σ’ όλη τη χώρα.
Για την Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας «δεν έχουμε καμιά δυσκολία να παραδεχθούμε ότι υπήρξε καθυστέρηση στην έναρξη λειτουργίας των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ), αλλά είναι ο πρώτος νόμος για την ΠΦΥ και τον οικογενειακό γιατρό που δεν έμεινε στα χαρτιά αλλά , αντίθετα, 6 μήνες μετά την ψήφιση του υλοποιείται με αργά αλλά σταθερά βήματα» υποστηρίζει ο Ανδρέας Ξανθός. Όπως εκτιμά, θα ανοίξουν 100 ΤΟΜΥ μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2018 και κρίνει ως πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι το 80% των γιατρών που έχουν επιλεγεί για τη στελέχωση τους, είναι κάτω των 40 ετών.
Διαφθορά: «Δεν θα προσφέρουμε ασυλία όπως οι προηγούμενοι. Δεν παριστάνουμε τους ηθικολόγους».
Όσον αφορά τα φαινόμενα διαφθοράς στην Υγεία ο κ. Ξανθός δεν έχει αυταπάτες, καθώς τονίζει πως «χωρίς θεσμικές “δικλείδες ασφαλείας” όπως η λίστα χειρουργείου, χωρίς έλεγχο και χωρίς αυστηρή τιμωρία όταν υπάρχουν αποδείξεις ενοχής, το φακελάκι δεν πρόκειται να εξαλειφθεί».
Όπως λέει «δεν παριστάνουμε τους ηθικολόγους αλλά δεν έχουμε καμιά διάθεση να προσφέρουμε, όπως οι προηγούμενοι, ασυλία στα γνωστά φαινόμενα που προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των πολιτών , των έντιμων γιατρών και της δημόσιας περίθαλψης».
Τέλος, σχολιάζοντας τον συνεχή και αιχμηρό καταγγελτικό λόγο των συνδικαλιστών, επισημαίνει πως «ακόμα και στην υπερβολή του, θα μπορούσε να είναι ανεκτός , αρκεί να μην είναι “τοξικός” , να μην είναι χυδαία διαστρεβλωτικός και κυρίως να μη δημιουργεί αίσθημα ανασφάλειας στους πολίτες».