Ανάλογα με το είδος της ειδικότητας ή με αναφορά σε συγκεκριμένα έργα πραγματοποιείται ο καθορισμός του μισθού. Υπεύθυνες για τον καθορισμό των κατώτατων ορίων μισθών και ημερομισθίων είναι μόνον οι εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, για το σύνολο των μισθωτών χωρίς διάκριση επαγγέλματος και ειδικότητας. Ο μισθός που λαμβάνει ένας εργαζόμενος καθορίζεται από τη πραγματική εργασία που παρέχει και όχι από την ειδικότητα που αυτός έχει τυπικά. Ο καθορισμός του μισθού διακρίνεται στις τρεις ακόλουθες κατηγορίες: α) σε συμβατικό μισθό, β) σε νόμιμο μισθό και γ) σε συνηθισμένο μισθό.
Ο συμβατικός μισθός είναι αυτός που καθορίζεται από την ατομική σύμβαση εργασίας ελεύθερα. Βεβαίως, δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερος από τα κατώτατα όρια αποδοχών που ορίζονται στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, στις υπουργικές αποφάσεις και στις διαιτητικές αποφάσεις. Ο νόμιμος μισθός συνιστά το κατώτατο όριο αμοιβής για τους μισθωτούς που αφορά, καθώς επιβάλλεται από διατάξεις που έχουν ισχύ νόμου. Ο καθορισμός του γίνεται πάλι από συλλογικές συμβάσεις, διαιτητικές αποφάσεις ή υπουργικές αποφάσεις. Στη περίπτωση που δεν έχει υπάρξει συμφωνία για συμβατικό μισθό, ούτε υπάρχει νόμιμος μισθός καταβάλλεται ο συνηθισμένος μισθός. Ο συνηθισμένος μισθός είναι αυτός που παρέχεται σε ορισμένο τόπο για εργασία ίδια με εκείνη που παρέχει ο μισθωτός. Ο συνηθισμένος μισθός είναι αυτός που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του μισθού του εργαζομένου όταν ο μισθωτός δεν υπάγεται σε ορισμένη συλλογική σύμβαση, επειδή για παράδειγμα είτε ο ίδιος, είτε ο εργοδότης του δεν είναι μέλος των οργανώσεων που την έχουν καταρτίσει. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να επισημανθεί πως αν ο μισθωτός έχει συμφωνήσει συμβατικό μισθό ή αν προβλέπεται για αυτόν νόμιμος μισθός, τότε δεν έχει τη δυνατότητα να ζητήσει τον τυχόν ανώτερο συνηθισμένο μισθό. Αυτή είναι από τις λίγες περιπτώσεις που δεν ισχύει η αρχή της εύνοιας για τον μισθωτό.
Η προστασία του μισθού από το εργατικό δίκαιο είναι αναμφίβολη, γεγονός που αποδεικνύεται και από τη θέσπιση του συστήματος αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των αποδοχών των εργαζομένων. Με αυτό το σύστημα επιδιώκεται η προστασία του μισθού από τις μεταβολές του πληθωρισμού με την σε προκαθορισμένα σύντομα χρονικά διαστήματα αποκατάσταση της αγοραστικής τους δύναμης. Ο εργατολόγος (δείτε τον Εργατολόγο Κωνσταντίνο Καμουζή)στον οποίον θα απευθυνθείτε θα σας υποδείξει σε κάθε περίπτωση όχι μόνο πως θα διεκδικήσετε τουλάχιστον τα κατώτατα όρια αμοιβής αλλά και πως θα είστε σίγουροι πως εφαρμόζεται και σε εσάς η αναπροσαρμογή του μισθού σας. Η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή του μισθού δε συνιστά ωστόσο, τον μοναδικό ή υποχρεωτικό τρόπο αναπροσαρμογής αλλά ισχύει με τρόπο παράλληλο ή επικουρικό με τα πλαίσια που ρυθμίζουν τις συλλογικές διαφορές εργασίας. Πάντοτε βέβαια υπάρχει η δυνατότητα σύμφωνα με το νόμο το σύστημα αυτό, να καθοριστεί υποχρεωτικά με υπουργική απόφαση.
Συνοψίζοντας, ο μισθός διακρίνεται σε τρεις κατηγορίες και προστατεύεται πληρέστατα από τον νόμο. Η αυτόματη τιμαριθμική του αναπροσαρμογή αποτελεί μια κοινωνική κατάκτηση του εργατικού δικαίου που προστατεύει ακόμη περισσότερο τον μισθό από τις μεταβολές του πληθωρισμού που στους καιρούς μας αποτελούν σύνηθες φαινόμενο.