Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή κατά τη συζήτηση για την κύρωση των συμφωνιών για οριοθέτηση Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών με την Ιταλία και την Αίγυπτο

31λ ανάγνωσης

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι σαφές ότι διανύουμε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο με εντάσεις στην περιοχή, κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα, για την Κύπρο, για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, γιατί έχουμε απέναντί μας μία Τουρκία που γίνεται ολοένα και πιο επιθετική, αξιοποιώντας τη στήριξη που της παρέχει ο διεθνής παράγοντας, που της παρέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στη Λιβύη, αξιοποιώντας αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι μια γείτονα η οποία θέλει να παίξει ρόλο περιφερειακής δύναμης, να καταστεί ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο, με έναν ηγέτη ο οποίος ιδίως μετά το 2016 βρίσκεται σε μία άλλη σφαίρα. Θεωρεί τον εαυτό του παγκόσμιο αρχηγό του ισλαμιστικού κινήματος και δεν διστάζει να προκαλεί με τις δηλώσεις του και τη συμπεριφορά του.

Έχουμε μία Τουρκία η οποία δεν δίστασε να συνάψει ένα παράνομο μνημόνιο με τον Πρωθυπουργό της Λιβύης -δεν κυρώθηκε από τη Βουλή της Λιβύης- ένα ανυπόστατο νομικά μνημόνιο το οποίο, όμως, παραβιάζει κατάφορα το διεθνές δίκαιο και δεν διστάζει -σύντομα, λέει- να προκηρύξει παρανόμως και οικόπεδα σε αυτήν την περιοχή, νοτίως της Κρήτης.

Έχουμε μία Τουρκία η οποία εντείνει τις παραβιάσεις στο Αιγαίο και συνεχίζει παραβιάσεις εντός της κυπριακής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Έχουμε μια Τουρκία η προέβη σε μία απάνθρωπη θα έλεγα εργαλειοποίηση προσφύγων και μεταναστών στον Έβρο, με στόχο όχι να εκβιάσει μόνο την Ελλάδα, αλλά να εκβιάσει κυρίως την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και έχουμε μια Τουρκία η οποία από καιρό έχει προσχωρήσει σε μία αναθεωρητική αντίληψη και λογική απέναντι στις διεθνείς συνθήκες και πρόσφατα μάλιστα με μια προκλητική κίνηση μετέτρεψε την Αγια-Σοφιάαλλά και τη Μονή της χώρας σε τζαμιά, παραβιάζοντας βασικές οικουμενικές αξίες.

Και έχουμε και μια Τουρκία που τις τελευταίεςδεκαπέντε ημέρες παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στο Καστελόριζο, ανατολικά του 28ουμεσημβρινού, και απειλεί έναν γείτονά της, απειλεί την Ελλάδα.

Απέναντι σε αυτήν την Τουρκία είναι προφανές ότι απαιτείται ενότητα.Απέναντι σε αυτήν την πρωτοφανή επιθετική αλλά σαφή στρατηγική, από την άλλη μεριά, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι δεν καταλαβαίνει τι κάνει ο γείτονάς μας, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι δεν έχει στρατηγική στόχευση την αμφισβήτηση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στην ανατολική Μεσόγειο, αλλά και στο Αιγαίο. Απέναντι σε αυτήν την Τουρκία προφανώς οφείλουμε να είμαστε ενωμένοι, αλλά δεν αρκεί αυτό. Δεν αρκούν λόγοι ενότητας. Απαιτείται και μια σαφής εθνική στρατηγική με αρχή, μέση και τέλος.

Παρακολούθησα με προσοχή την ομιλία του κ. Μητσοτάκη, έχοντας την ελπίδα ότι έστω και σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές θα μπορέσω να διακρίνω στοιχεία αυτής της συγκροτημένης εθνικής στρατηγικής απέναντισε έναν γείτονα που κλιμακώνει μια επιθετική στρατηγική. Λυπάμαι, αλλά δεν εισέπραξα αυτή τη στρατηγική, δεν κατανόησα αυτήν τη στρατηγική.

Είπε στην αρχή της ομιλίας του ότι οφείλουμε να είμαστε σήμερα προσεκτικοί όλοι μας. Έχουμε την ιστορική ευθύνη, όμως, όλοι μας να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας σε μια κρίσιμη στιγμή στο εθνικό κοινοβούλιο. Είναι υποχρέωση και καθήκον της Αντιπολίτευσης της χώρας, και κυρίως της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, να μιλά τη γλώσσα της αλήθειας στα εθνικά θέματα και είναι καθήκον της εκάστοτε κυβέρνησης επίσης.

Για εμάς, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ήταν, είναι και θα είναι σαφές ότι μια τέτοια εθνική στρατηγική με αρχή, μέση και τέλος, μπορεί και πρέπει να έχει δύο πολύ συγκεκριμένους στόχους: Πρώτον, την αποφασιστική υπεράσπιση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας και, δεύτερον, την επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών με την Τουρκία για την επίλυση της διαφοράς μας για την υφαλοκρηπίδα που ταυτίζεται με την ΑΟΖ, με προσφυγή στη Χάγη αν χρειαστεί, αν εκ νέου οι διερευνητικές αποτύχουν.

Διότι η Ελλάδα είναι μία χώρα ειρηνική, είναι μία χώρα που θέλει την καλή γειτονία, τον διάλογο, τις εθνικές σχέσεις, είναι μια χώρα που τα επιχειρήματά της πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο, αλλά ταυτόχρονα και μια χώρα αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε κόστος την κυριαρχία της και τα δικαιώματά της. Αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπει η χώρα, εξέπεμπε, εκπέμπει και πρέπει να συνεχίσει να εκπέμπει.

Αυτή πρέπει να είναι μία στρατηγική με σαφείς στόχους και με ένα πλαίσιο ώστε οι στόχοι αυτοί να εξυπηρετηθούν. Για εμάς είναι σαφές ότι μπορεί να εξυπηρετηθούν μόνο αν η Ελλάδααποτελεί πυλώνα ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή, προωθώντας ενεργά το διεθνές δίκαιο μέσω μιας ενεργητικής και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.

Αυτή, κύριε Μητσοτάκη και κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ήταν η Ελλάδα που μετά από τριάντα χρόνια εγκατέλειψε την πολιτική της ακινησίας και έλυσε προς το συμφέρον της και προς το συμφέρον της περιοχής το ζήτημα της ονομασίας των βορείων γειτόνων μας με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ώστε σήμερα η αεράμυνα των βόρειων γειτόνων μας να καλύπτεται από την Ελληνική ΠολεμικήΑεροπορία και όχι από την Τουρκία.

Αυτή ήταν η Ελλάδα που μέσω αυτής της συμφωνίας αντέστρεψε, όχι μόνο την τύχη της βόρειας Μακεδονίας, αλλά δύο χωρών στα βόρεια σύνορά μας, και της Αλβανίας, ώστε αντί να καταρρεύσουν πλήρως, όπως διαφαινόταν το 2017, και να καταστούν έρμαια συμφερόντων της Τουρκίας και άλλων δυνάμεων, πήραν τελικά ευρωπαϊκή τροχιά.

Αυτή, κύριε Μητσοτάκη, ήταν η Ελλάδα που έφτασε πιο κοντά από ποτέ στη δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού, προτάσσοντας τα σωστά αιτήματα στη διαπραγμάτευση,και πάλεψε για το πολύτιμο κεκτημένο του «Πλαισίου Γκουτιέρες», την κατάργηση των εγγυήσεων δηλαδή και την αποχώρηση του κατοχικού στρατού από την Κύπρο. Και είναι ένα κεκτημένο αυτό το «ΠλαίσιοΓκουτιέρες», από το οποίο οφείλουν και πρέπει να επανεκκινήσουν οι συνομιλίες.

Αυτή ήταν η Ελλάδα που εξασφάλισε για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδίκη της Τουρκίας, πέρυσι τον Ιούνη, για τις ενέργειές της στο Αιγαίο και στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και ένα πολύτιμο πλαίσιο κυρώσεων, το οποίο δεν αξιοποιήσατε.

Αυτή ήταν η Ελλάδα που πρωταγωνίστησε το 2015-2016 στον ευρωτουρκικό διάλογο, με τρεις επισκέψεις μου τότε στην Τουρκία,και που δέσμευσε για πρώτη φορά τη γείτονα να μειώσει δραστικά τις ροές και να δέχεται επιστροφές μεταναστών.

Αυτή ήταν η Ελλάδα που καθιέρωσε, μαζί με τη Γαλλία,τη σύνοδο των ευρωπαϊκών χωρών του νότου, που κίνησε,επίσης, το 2018 τον στρατηγικό διάλογο με τις Ηνωμένες Πολιτείες,που καθιέρωσε πολυμερείς συνεργασίες στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο,που συμφώνησε στον αγωγόEastMedκαι κατοχύρωσε το σχήμα «3+1» με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ.

Αυτή λοιπόν ήταν η Ελλάδα της ενεργητικής, πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, πυλώνας ειρήνης, ασφάλειας, συνεργασίας, αλλά και της αποφασιστικής δύναμης να υπερασπιστεί το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά της δικαιώματα που απορρέουν από αυτό.

Το ερώτημα είναι τι γίνεται σήμερα. Διότι αυτή η Ελλάδα προάσπιζε αποφασιστικά την κυριαρχία της μέσω των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, ενίσχυε συμμαχίες υπέρ της χώρας, προωθούσε τον διάλογο. Σας άκουσα λοιπόν σήμερα και διερωτήθηκα τι ακριβώς κάνουμε, πόσους κινδύνους διατρέχουμε αν συνεχίσουμε χωρίς στρατηγική. Διότι αυτό που βλέπουμε όλοι οι Έλληνεςεδώ και δεκαπέντε μέρες δεν μπορεί να κρυφτεί. Είναι μια Κυβέρνηση που αδυνατεί να υπερασπιστεί τις ίδιες της τις αποφάσεις, καλές ή κακές, αδυνατεί όμως και να προασπίσει αποτελεσματικά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα ανατολικά του 28ου μεσημβρινού.

Είναι μια Κυβέρνηση που παρακολουθεί τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια να περνούν, το ένα μετά το άλλο, με τις συμμαχίες μας για κυρώσεις στην Τουρκία να αποδυναμώνονται αντί να ενισχύονται, παρά την κλιμάκωση των παραβιάσεων, μια Κυβέρνηση που συμφωνεί σε ρυθμίσεις σε σχέση με τις θαλάσσιες ζώνες, οι οποίες μπορεί να μας κοστίσουν ακριβά στο μέλλον, και μιαΚυβέρνηση που προτείνει μεν σταθερά τον διάλογο στην Τουρκία, αλλά δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα επανέλθουμε σε αυτόν τον διάλογο. Κι αυτό μας ανησυχεί ιδιαίτερα.

Για να είμαι απολύτως σαφής, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και κύριε Μητσοτάκη, αποφασίσατε να υπογράψετε τη συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, μια συμφωνίατην οποία εμείς διαπραγματευτήκαμε όντως σε πολλούς γύρους και οι πιο πριν από εμάς διαπραγματεύτηκαν, και καλά κάνατε. Ξέρετε πολύ καλά ότι όχι μόνο στήριξα και στηρίξαμε την ελληνο-ιταλική συμφωνία, παρά τους σοβαρούς συμβιβασμούς στους οποίους βασίστηκε -αλλά έχουμε απόλυτη επίγνωση εμείς ότι δεν υπάρχει διεθνής συμφωνία χωρίς συμβιβασμούς, αρκεί αυτή να είναι προωθητική- όχι μόνο υποστηρίξαμε δημόσια την ανάγκη να υπάρξει συμφωνία με την Αίγυπτο για να διεμβολίσει την παράνομη συμφωνία της Τουρκίας με τονΛίβυο πρωθυπουργό, αλλά επιπλέον,σε δημόσιες δηλώσεις μου, υπογράμμισα και ότι στηρίζουμε μια τμηματική συμφωνία, η οποία να επιτρέπει την οριοθέτηση στην περιοχή του συμπλέγματος Καστελόριζου σε μεταγενέστερο στάδιο. Και είχα το θάρρος να πω,σε συνομιλίες που να συμπεριλαμβάνουν και την Τουρκία, διότι εμείς δεν είμαστε με τη στρατηγική της δήθεν απομόνωσης μιας χώρας όπως η Τουρκία. Εμείς λέμε καθαρά τη στρατηγική μας. Και αυτός ήταν ο σχεδιασμός μας.

Εσείς,όμως, τι κάνετε ακριβώς τώρα; Θα αναφερθώ σε τρία βασικά σημεία κριτικής.Πρώτον, υπογράψατε τελικά μια συμφωνία που δεν τόλμησε ούτε καν να προσεγγίσει την τουρκική κόκκινη γραμμή του 28ου μεσημβρινού, αφήνοντας έτσι έξω όχι μόνο το Καστελόριζο, αλλά και τη μισή Ρόδο. Και υπογράψατε χωρίς καμία πρόβλεψη και κανένα σχέδιο για την αμυντική θωράκιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων ανατολικά του 28ου μεσημβρινού, στα πρότυπα αποτρεπτικών ενεργειών, που τα γνωρίζετε, τα γνωρίζουν και οι ένοπλες δυνάμεις μας, αφού χρειάστηκε να τα υλοποιήσουν και στο παρελθόν με επιτυχία -και αναφέρομαι στο 2018.

Θέλω εδώ να είμαι σαφής για να μην παρεξηγηθώ.Τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεών μας και σήμερα, όπως και το 2018, όπως και πάντα, επιτέλεσαν και επιτελούν τα καθήκοντα που τους ανατέθηκαν με απόλυτο επαγγελματισμό, αυταπάρνηση και ψυχραιμία, όπως απαιτείται δηλαδή. Αλλά τα στελέχη δεν αποφασίζουν τον επιχειρησιακό σχεδιασμό. Εισηγούνται στο ΚΥΣΕΑ αλλά η πολιτική ηγεσία είναι αυτή -και ορθώς- που αποφασίζει τον σχεδιασμό. Και οι αποφάσεις σας ήταν αποφάσεις για τα μάτια του κόσμου, ήταν αποφάσεις για την επικοινωνία. Η εξωτερική μας πολιτική, όμως, και η άμυνα της χώρας δεν είναι επικοινωνία και αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να παρακολουθούμε όλη αυτή την οπερέτα, αυτή τη θλιβερή για τη χώρα μας παράσταση, όπου διατυμπανίζατε ότι δήθεν το τουρκικό ερευνητικό πλοίο δεν πραγματοποιεί έρευνες, διότι υπάρχει –λέει- θόρυβος από τα παρακείμενα πλοία, από τις τουρκικές φρεγάτες δηλαδή που το συνοδεύουν. Δεν πραγματοποιεί έρευνα, άρα δεν παραβιάζει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Άρα γιατί να ζητήσουμε ενεργοποίηση του διεθνούς δικαίου, και του διεθνούς παράγοντα, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για κυρώσεις, αφού δεν διεξάγει έρευνες, αλλά κάνει βόλτες; Αυτές τις κραυγαλέες αντιφάσεις αντιμετωπίζει κανείς όταν πορεύεται με μοναδική του πυξίδα την επικοινωνία και όταν στο μυαλό του το μόνο που έχει είναι πώς θα ηρεμήσει το εσωκομματικό του ακροατήριο, που έμαθε να φορά χλαμύδες στα ρηχά νερά των Πρεσπών, αλλά τώρα φοράει πιτζάμες στα βαθιά νερά του Αιγαίου.

Θα αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους, κύριε Μητσοτάκη. Οι τριακόσιοι Βουλευτές έχουν ευθύνη στις κρίσιμες στιγμές και οι κρίσιμες για τη χώρα συμφωνίες πρέπει να κυρώνονται όχι με την ψήφο μόνο των κομμάτων, αλλά με την ψήφο και του τελευταίου Βουλευτή, που πρέπει να έρθει στο Κοινοβούλιο να αναλάβει τις ευθύνες του.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης):Το «παρών» είναι μη ψήφος.

ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς): Ναι, ναι, θα σας εξηγήσω τι είναι. Διότι με τη δική σας λογική θα έπρεπε όσοι έχουν ενστάσεις, όσοι διαφωνούν, όσοι ασκούν κριτική να μη μιλούν καν -μας το είπατε στην αρχή της ομιλίας σας, μη μιλάς, μη γελάς, κινδυνεύει η Ελλάς- αλλά και είτε να ψηφίζουν «υπέρ»στο όνομα του εθνικού συμφέροντος είτε «κατά». Ισοπεδώνετε δηλαδή, όπως κάνατε και στη Συμφωνία των Πρεσπών, που ήσασταν «υπέρ», που την τηρήσατε, την τηρείτε και την τιμάτε, αλλά καταψηφίσατε βγάζοντας τον ελληνικό λαό και διχάζοντάς τον, βγάζοντας τον στον δρόμο να διαμαρτύρεται και να διαδηλώνει.

Εμείς θα τηρήσουμε στάση εθνικής ευθύνης και εδώ. Μη με διακόπτετε όμως, ακούστε την κριτική μου.

Είμαι ακόμα στο πρώτο σημείο της κριτικής. Και το πρώτο σημείο της κριτικής αφορά στο γεγονός ότι προχωρήσατε χωρίς να έχετε ένα σαφές επιχειρησιακό σχέδιο για την προάσπιση δικαιωμάτων μας μετά τον 28ο μεσημβρινό, που αφήσατε εκτός της συμφωνίας. Και το πιο τραγικό, βέβαια, δεν είναι μόνο ότι όποιον έλεγε την αλήθεια τον αναγκάσατε σε παραίτηση, όπως τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας σας, τον κ. Διακόπουλο, ο οποίος για λόγους αυτοεκτίμησης και αξιοπρέπειας είπε την αλήθεια. Το πιο τραγικό είναι αυτό που σας είπα, ότι από μόνοι σας με αυτή τη ρητορική αποδυναμώνετε τα επιχειρήματα της χώρας σε διεθνές επίπεδο, εκτός εάν μπορείτε να μου εξηγήσετε πώς πραγματοποιήθηκε η παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, χωρίς η Τουρκία να πραγματοποιεί έρευνες, όπως λέγατε.

Πάμε, όμως, στο δεύτερο σημείο της κριτικής. Υπογράψατε τη συμφωνία με την Αίγυπτο, όχι μόνο χωρίς αμυντικό σχεδιασμό αποτροπής, αλλά και χωρίς διπλωματικό σχεδιασμό. Ενώ η Τουρκία πραγματοποίησε την πιο προκλητική παραβίαση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων της τελευταίας εικοσαετίας, όχι μόνο δεν υπήρξε κοινή δήλωση των είκοσι επτά, όχι μόνο δεν είχατε σχέδιο ώστε να ενισχυθούν οι φωνές υπέρ της προοπτικής κυρώσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ακόμα και στενοί μας σύμμαχοι υποστήριξαν να μπει αυτή η συζήτηση στις ελληνικές καλένδες.

Εάν, όμως, μας είχατε ακούσει και είχατε ανοίξει τη συζήτηση για κυρώσεις πολύ νωρίς –εμείς φωνάζαμε από τις πρώτες μέρες διακυβέρνησής σας- έστω τον Νοέμβριο, μετά τη σύναψη του τουρκολιβυκού συμφώνου, αντί οι αρμόδιοι Υπουργοί σας τότε να λένε ότι είναι στρατηγική σας απόφαση να μην ζητήσετε κυρώσεις και να μην θέσετε ζήτημα κυρώσεων.

Τα θυμάστε αυτά; Ο κ. Βαρβιτσιώτης κάθεται δίπλα από τον Υπουργό Εξωτερικών και αν δεν κάνω λάθος ήσασταν Αναπληρωτής όταν τα λέγατε αυτά. Ορίστε οι δηλώσεις σας, 17 Δεκεμβρίου 2019, «Στρατηγική απόφαση της Κυβέρνησης να μην θέσει θέμα κυρώσεων σε αυτή τη φάση».

Την καταθέτω στα Πρακτικά.

Αν λοιπόν είχατε ακούσει τις προτροπές μας στο πλαίσιο μιας στρατηγικής που είχε στόχευση, γιατί δεν ζητάγαμε από τον Ιούνιο -και τις καταφέραμε τότε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο- τυχαία τις κυρώσεις, αλλά βλέπαμε τη στρατηγική της Τουρκίας.

Εάν, επίσης, είχατε αποφασίσει να παίξετε πρωταγωνιστικό ρόλο στον ευρωτουρκικό διάλογο που επανεκκινήθηκε τον Μάρτιο, αντί να είστε απόντες, και αν είχατε πιέσει για σύνοδο των ευρωπαϊκών χωρών του Νότου ώστε να ενισχυθούν οι συμμαχίες μας στη Μεσόγειο, ενδεχομένως σήμερα οι εξελίξεις να ήταν διαφορετικές.

Στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω ότι είναι απαράδεκτο η Ευρωπαϊκή Ένωση να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες της και να παριστάνει τον ουδέτερο μεσολαβητή σε αυτές τις εξελίξεις, να αποφασίζει κάθε τρεις και λίγο κυρώσεις για παραβίαση δικαιωμάτων τρίτων χωρών, αλλά να σφυρίζει αδιάφορα ή στην καλύτερη περίπτωση να παριστάνει τον διαιτητή όταν πρόκειται για παραβιάσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι απαράδεκτο!

Τρίτο σημείο κριτικής, οι μεσομακροπρόθεσμες επιπτώσεις από τη συμφωνία. Συνάψατε μια συμφωνία που μπορεί να δημιουργήσει πολύ αρνητικά προηγούμενα για τη χώρα, εάν αφήσουμε την Τουρκία να την εκμεταλλευτεί με το γνωστό στρεψόδικο τρόπο της.

Δεν θα σταθώ μόνο στην κριτική για τη μειωμένη επήρεια στο μεγαλύτερό μας νησί, στην Κρήτη, αλλά και σε άλλα νησιά ή στο ότι δεχθήκατε να ληφθεί υπόψη μόνο ένα κομμάτι της Ρόδου και όχι ολόκληρο το νησί στην οριοθέτηση. Όμως, θα σταθώ στο ότι επιμένετε, ακόμη και σήμερα, να μην απαντάτε στο ερώτημα, να μην μας λέτε αν στη συμφωνία αυτή ως μεθοδολογία χρησιμοποιήθηκε η αρχή της αναλογικότητας, αντί η αρχή της μέσης γραμμής. Αυτό είναι το κρίσιμο γιατί αλλάζει στρατηγική αντιμετώπισης, αλλάζει η εθνική μας στρατηγική στα θέματα των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών. Αυτό είναι κρίσιμο και πρέπει να το απαντήσετε. Θέλω να είμαι απολύτως ξεκάθαρος.

Αν θέλετε, κύριε Μητσοτάκη, πραγματικά εθνική συνεννόηση για να αντιμετωπιστεί αυτή η μεγάλη πρόκληση για τη χώρα, που λέγεται «ελληνοτουρκικές σχέσεις» με έναν γείτονα που κλιμακώνει την προκλητικότητά του, δεν έχετε παρά να ζητήσετε επιτέλους τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, για να καταγραφούν οι θέσεις των πολιτικών δυνάμεων και της Κυβέρνησης και να καταλήξουμε, αν μπορούμε, σε μια εθνική στρατηγική.

Εσείς επιλέγετε να ενημερώνετε, δεν αντιλέγω. Όντως, ενημερώνετε και δεν έχω κανένα παράπονο ως προς αυτό. Όμως, εδώ δεν μιλάμε για απλή ενημέρωση, εδώ μιλάμε για συνεννόηση και εθνική στρατηγική. Δεν το θέλετε. Αν θέλετε συνεννόηση για εθνική στρατηγική με στόχο την επανεκκίνηση των διερευνητικών και την προσφυγή στην Χάγη, αν χρειαστεί, όπως εμείς επιθυμούμε, θα πρέπει να μιλήσετε ανοικτά στον ελληνικό λαό, όπως εμείς μιλήσαμε ανοικτά σε μια ιστορική συμφωνία, αυτή των Πρεσπών. Διότι η δική σας παράταξη, κύριε Μητσοτάκη, είναι αυτή που απέρριψε το Ελσίνκι όταν η χώρα είχε την ευκαιρία για λύση στη μοναδική διαφορά με την Τουρκία, σε αυτή της υφαλοκρηπίδας. Η δική σας παράταξη είναι αυτή που καθιέρωσε το δόγμα της πλήρους επήρειας για όλα τα ελληνικά νησιά στις διαπραγματεύσεις και εσείς ήσασταν μαζί με το ΚΙΝΑΛ στην Κυβέρνηση του κ. Σαμαρά που ψηφίσατε τον νόμο Μανιάτη, σύμφωνα με τον οποίο ελλείψει συμφωνίας ΑΟΖ τα όρια της υφαλοκρηπίδας -σε αυτή την περίπτωση και του Καστελόριζου- είναι στο απώτατο όριο της 100% επήρειας όλων των νησιών καθώς και του Καστελόριζου.

Εσείς έχετε καθορίσει αυτά τα όρια των εθνικών «κόκκινων» γραμμών και εμείς αυτά τα όρια, αυτές τις «κόκκινες» γραμμές τεσσεράμισι χρόνια τις τιμήσαμε και τις προασπίσαμε, διότι οι εθνικές γραμμές που συναποφασίζονται και ψηφίζονται δεν είναι αλά καρτ.Εμείς τις τιμήσαμε, εσείς τι κάνετε τώρα; Εσείς τώρα έρχεστε να αλλάξετε αυτό το πλαίσιο της εθνικής μας γραμμής. Εάν ναι, πείτε το ανοικτά, όχι κοροϊδία και ψέματα. Μια δεν κάνει έρευνα γιατί το πήρε ο άνεμος που φυσούσε και ήταν δυτικός, αλλά το πήρε από την άλλη μεριά, την άλλη δεν κάνει έρευνα γιατί έχει φασαρία. Τι είναι αυτά;

Νομίζω ότι είστε οι τελευταίοι οι οποίοι δικαιούστε να μιλάτε για διγλωσσία στην εξωτερική πολιτική. Ο πρώην Πρόεδρός σας, ο πρώην Πρωθυπουργός της χώρας, ο κ. Σαμαράς και υψηλόβαθμα στελέχη της δικής σας παράταξης τόσα χρόνια διατυμπάνιζαν την ανάγκη να υπάρχει συμφωνία για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη Ελλάδας-Κύπρου, χωρίς τρίτους, απευθείας, λαμβάνοντας την εκτίμηση ότι το Καστελόριζο έχει 100% επήρεια, γιατί εάν η Κρήτη έχει 90%, το Καστελόριζο πόσο έχει; Έχει 110%; Δεν γίνεται. Μιλούσαν όλοι αυτοί κατά της ρηματικήςσυμφωνίας. Πού είναι σήμερα αυτοί; Κάνουν διακοπές.

Μην κουνάτε, λοιπόν, τώρα το δάχτυλο στην Αριστερά που μέσα σε τεσσεράμισι χρόνια κατάφερε και την κυριαρχία να προστατεύσει και τις συμμαχίες μας να αναβαθμίσει και τον διάλογο με την Τουρκία να κρατήσει ζωντανό και να αναβαθμίσει τη γεωπολιτική δυναμική της χώρας.

Φοβάμαι ότι τίποτε από αυτά δεν καταφέρνετε σήμερα εσείς και το λέω με μεγάλο πόνο αυτό διότι στα εθνικά θέματα δεν μπορεί να χαιρεκακούμε.

Το πλοίο στο οποίο επιβαίνουμε είναι κοινό. Είναι η χώρα. Πρέπει να πάει μπροστά. Όμως αυτή η αδυναμία που διαπιστώνω δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από μια λογική αντιμετώπισης των θεμάτων με την επικοινωνία, ούτε βεβαίως να μας ζητάτε να σιωπήσουμε και να στιγματίζεται όποιος σας κάνει κριτική. Αν αυτός είναι δικός σας να τον απολύετε, αν είναι στην αντιπολίτευση, θα τον κατατάσσετε στους απέναντι. Δίνουμε, λέει επιχειρήματα στην Τουρκία. Αυτό μας λέτε. Τα ίδια κάνετε και με την πανδημία. Όποιος σας ασκεί κριτική είναι ψεκασμένος. Αυτή είναι μια ολοκληρωτική αντίληψη για τη δημοκρατία και για την πολιτική.  Είναι επικίνδυνη. Σε ό,τι αφορά όμως τα εθνικά θέματα, επαναλαμβάνω, είναι υποχρέωση και καθήκον των πολιτικών δυνάμεων να καταγράφουν τη θέση τους, να μιλάνε τη γλώσσα της αλήθειας, να μην αυτολογοκρίνονται. Πριν λίγες μέρες ο κυβερνητικός σας εκπρόσωπος, ο ίδιος κυβερνητικός εκπρόσωπος που είχε κατηγορήσει την Αξιωματική Αντιπολίτευση, σας θυμίζω, ως δούρειο ίππο της Τουρκίας -και από την άλλη μας εγκαλείτε γιατί δεν θέλουμε συνεννόηση- έλεγε ότι οι εντάσεις με την Τουρκία είναι κυρίως λεκτικές. Μας είπε ότι η δική μας στάση είναι ανεύθυνη. Προφανώς εννοείτε ότι υπεύθυνη στάση είναι να ψηφίζεις κατά, όταν έχεις διαφωνίες ή ότι υπεύθυνο είναι να είσαι χειροκροτητής μιας συμφωνίας που ελλείψει εθνικής στρατηγικής μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε σοβαρές εξελίξεις που κανείς δεν θέλει να δει. Σας διαβεβαιώνω γι’ αυτό. Έχουμε ευθύνη να αποτρέψουμε.

Εμείς όμως σήμερα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παρά τις σοβαρές διαφωνίες μας για αυτή τη συμφωνία και την έλλειψη στρατηγικής από την πλευρά της Κυβέρνησης δεν προχωρούμε σε μια στάση στείρας και ισοπεδωτικής αντιπολίτευσης. Δεν μπορούμε να υπερψηφίσουμε αυτή τη συμφωνία. Εξήγησα τους λόγους. Ο καθένας αναλαμβάνει μια ιστορική ευθύνη. Η ιστορία μακάρι να μη δικαιώσει τους δικούς μας φόβους. Το λέω με ειλικρίνεια.

Δεν θα καταψηφίσουμε, όμως, διότι έχουμε πλήρη επίγνωση της σημασίας που θα έχει το να καταψηφίζουμε μια συμφωνία που παρά τις αδυναμίες της τέμνει το τουρκο-λιβυκό παράνομο σύμφωνο και μια συμφωνία που ενδεχομένως, έτσι όπως τα κάνετε, πολύ σύντομα θα κληθούμε εμείς να υλοποιήσουμε και να διαχειριστούμε, απέναντι στο τούρκο-λιβυκό μνημόνιο. Εμείς τέτοιου είδους κυβιστήσεις, όπως εσείς τις Πρέσπες, δεν θα κάνουμε.

Αναγνωρίζουμε την κρισιμότητα της περιόδου που διανύουμε για τη χώρα. Δεν πλειοδοτούμε, όμως, σε εθνολαϊκισμό, όπως κάνατε εσείς, όχι μόνο στις Πρέσπες. Στην προσφυγική κρίση λέγατε ότι φέρνει τους πρόσφυγες ο ΣΥΡΙΖΑ και ότι φταίει για όλα. Όταν βρισκόμουν στην Τουρκία ή όταν ερχόταν εδώ ο Πρόεδρος Ερντογάν έβγαιναν στελέχη σας και έλεγαν ότι εμπιστεύεστε τον Ερντογάν περισσότερο από τον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό. Αυτά λέγατε εσείς. Το κάνατε και προσωπικά, κύριε Μητσοτάκη, όταν τολμήσετε σε αυτήν εδώ την Αίθουσα να πείτε ότι πούλησα τη Μακεδονία για να κερδίσω τις συντάξεις. Δεν είχατε το σθένος να ζητήσετε δημόσια μια συγνώμη ενάμιση χρόνο μετά.

Αυτοί είστε όμως. Σημαία ευκαιρίας τα εθνικά ζητήματα. Για να σας το αποδείξω αυτό δεν έχω παρά να θυμηθώ τι λέγατε ένα χρόνο πριν σχεδόν για την ειλημμένη απόφαση της τότε Κυβέρνησης να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα δώδεκα μίλια στο Ιόνιο όταν το ανακοινώσαμε στην αποχώρηση τότε του κ. Κοτζιά από το Υπουργείο Εξωτερικών και όταν ανακοίνωσα ότι μετά τις ευρωεκλογές θα το φέρω στη Βουλή με νόμο κι όχι με Προεδρικό Διάταγμα.

Έχω εδώ να σας καταθέσω τις δηλώσεις του υπεύθυνου τομεάρχη τότε της Νέας Δημοκρατίας, του κ. Κουμουτσάκου. Έλεγε «με πρωτοφανή επιπολαιότητα ο κ. Κοτζιάς και ο κ. Τσίπρας χωρίζουν τη χώρα στη μέση. Προαναγγέλλουν την επέκταση των χωρικών μας υδάτων μόνο στο Ιόνιο και μάλιστα με τη συγκατάθεση του κ. Τσίπρα». Για τον Κοτζιά έλεγε. «Έδωσαν τη δυνατότητα στην Τουρκία να επιμείνει στη γνωστή της θέση ότι στο Αιγαίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως το δίκαιο της θάλασσας, διότι δήθεν πρόκειται για ειδική περίπτωση. Για μία ακόμη φορά η Κυβέρνηση με φθηνούς εντυπωσιασμούς υποσκάπτει θεμελιώδεις θέσεις της εξωτερικής μας πολιτικής».

Αυτά λέγατε. Σήμερα σηκωθήκατε όλοι όρθιοι να πανηγυρίσατε, αλλά αυτά λέγατε πέρυσι.

«Αν υιοθετηθεί το σκεπτικό της Κυβέρνησης τότε θα γίνει πράξη μια τμηματική επέκταση των χωρικών μας υδάτων γεγονός που δημιουργεί αρνητικό προηγούμενο για τη χώρα». Αυτές είναι δηλώσεις του κ. Κουμουτσάκου, εδώ, μέσα, στη Βουλή.

 «Η εξωτερική πολιτική δεν είναι πεδίο για ασκήσεις εντυπωσιασμού και μάλιστα όταν η συγκυρία έχει τα χαρακτηριστικά της έντασης. Μην το κάνετε» μας προέτρεπε. «Ξέρετε ότι αναφέρομαι στη σκέψη που έχετε διαρρεύσει ή έχετε κοινοποιήσει όσον αφορά ορισμένες ενέργειες που σκέφτεστε να κάνετε στο Ιόνιο για την επέκταση των χωρικών υδάτων. Μην το κάνετε» μας λέγατε. Αυτοί είστε. Η εξωτερική πολιτική για τα εθνικά θέματα της χώρας σημαία ευκαιρίας κάθε φορά ανάλογα με το αν είστε στην Κυβέρνηση ή στην Αντιπολίτευση.

Θέλετε, λοιπόν, στο θέμα των θαλασσίων ζωνών όπως και στις Πρέσπες να κάνετε μια ωραία κυβίστηση και να επεκτείνετε στα δώδεκα μίλια στο Ιόνιο. Καλοδεχούμενη η κυβίστηση. Να έχετε το θάρρος όμως να το πείτε. Θέλετε να στηρίξουμε το διάλογο με την Τουρκία, να θέσουμε τους σαφείς εγγυημένους όρους που επιτάσσουν τα συμφέροντα της χώρας; Να έχετε το θάρρος να το πείτε και κυρίως να μας ενημερώσετε εκ των προτέρων αντί να μαθαίνουμε από τον κ. Τσαβούσογλου ότι η διπλωματική σας σύμβουλος με τον διπλωματικό σύμβουλο του Ερντογάν βρίσκονται στο Βερολίνο και διαπραγματεύονται. Δεν θα σας λέγαμε να μην πάει. Να έχετε το θάρρος όμως. Και να έχετε το θάρρος να το παραδέχεστε αντί να λέτε ότι διεξάγονται συνομιλίες δήθεν μεταξύ υπηρεσιακών παραγόντων. Θέλετε εθνική συνεννόηση. Σταματήστε να βάζετε την επικοινωνία πάνω απ’ όλα. Σταματήστε να διχάζετε τον ελληνικό λαό μιμούμενοι τις χειρότερες παραδόσεις της παράταξής σας.

Ξέρετε κάτι; Ούτε εσείς ούτε κανένας σε αυτή τη χώρα δεν έχει το δικαίωμα να ζητά πιστοποιητικά εθνικοφροσύνης από κανέναν και κυρίως από την Αριστερά και τον δημοκρατικό κόσμο.

Άλλωστε οι πατριδοκάπηλοι και οι έμποροι του εθνικισμού κατοικούν αποκλειστικά στο δικό σας σπίτι, όχι στο δικό μας.

Σταματήστε, λοιπόν, αυτό το παιχνίδι. Σταματήστε να απολύετε όποιον λέει την αλήθεια. Σταματήστε να διαπομπεύετε όποιον ασκεί κριτική στην εξωτερική σας πολιτική ως ανεύθυνο ή φιλότουρκο που μπορεί δήθεν να δώσει επιχειρήματα στην άλλη πλευρά. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις, αν θέλετε πραγματικά εθνική συνεννόηση για μια στιβαρή εθνική στρατηγική με αρχή μέση και τέλος.

Κύριε Μητσοτάκη, θα κλείσω την παρέμβασή μου με τα λόγια ενός συντοπίτη σας που η πατρίδα του οφείλει πολλά. Ξέρω ότι τον θαυμάζετε. Για τον Ελευθέριο Βενιζέλο μιλάω. Έλεγε, λοιπόν, ότι ο πολιτικός πρέπει να έχει το χάρισμα να βλέπει πρωτύτερα απ’ ό,τι βλέπουν οι άλλοι. Αν δεν είχε το χάρισμα αυτό είναι αδύνατον να μην οδηγήσει την πατρίδα του στη συμφορά και την καταστροφή.

Το λέω, διότι οι στιγμές που περνάμε είναι κρίσιμες και πρέπει να βλέπουμε τι έρχεται.

Σας προτρέπω λοιπόν, να μην εκλάβετε τη δική μου τοποθέτηση ως στάση σφοδρής κριτικής απέναντι στην Κυβέρνησή σας, αλλά ως εποικοδομητική στάση εθνικής ευθύνης. Σας προτρέπω να μιλήσετε ειλικρινά στον ελληνικό λαό, γιατί πάντα το εθνικό είναι το αληθές.

Σας ευχαριστώ.

 

Πως σας φάνηκε το άρθρο;
+1
0
+1
0
+1
0
Μοιραστείτε αυτό το άρθρο