Πρίν ένα χρόνο έγινε το δημοψήφισμα που αφορούσε τo Σχέδιο Συμφωνίας των Τριών Θεσμών (ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ), σχετικά με τους όρους δανειοδότησης της Ελλάδας. Το περιεχόμενο όμως του δημοψηφίσματος, μετά και την παρέμβαση της εγχώριας αντιπολίτευσης και των Εταίρων, συμπεριέλαβε και τη διάσταση της παραμονής ή μη στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση και την ΕΕ. Παρόλες τις πιέσεις, ο ελληνικός λαός είπε ένα βροντερό ΟΧΙ (61,3%).
Από κεί και πέρα, αντί οι θιασώτες του «πάση θυσία ευρώ» να ψάξουν να βρουν τα αίτια αυτής της «αντιευρωπαικής» στάσης του ελληνικού λαού του προσήψαν ανωριμότητα. Τον αντιμετώπισαν ως αντικείμενο επιδιόρθωσης και όχι ως υποκείμενο της ιστορίας. Κανείς σχεδόν από τους εμπνευστές και πρωταγωνιστές του δημοψηφίσματος δεν σεβάστηκε την απόφαση του. Προσπάθησαν να την διαστρέψουν, να την υποβαθμίσουν ή να την εκφυλίσουν. Πολλοί θεώρησαν τον ίδιο τον θεσμό λαϊκιστικό και ότι το Σύνταγμα (άρθρο 44) που το προέβλεπε έπρεπε να αλλάξει. Η δε εμπροσθοφυλακή του επαρχιώτικου και νοσηρού ευρωπαϊσμού μας, οι τηλεοπτικοί μανδαρίνοι των Αθηνών, επιδόθηκαν σε μια οργουελιανού τύπου προπαγάνδα, ενάντια στην εκφρασμένη θέληση του λαού και ενάντια στην υπόδειξή του, για μια δημόσια συζήτηση, που θα περιλάμβανε και την επιστροφή σε εθνοκεντρικό νομισματικό σύστημα.
Είδαμε να διαστρεβλώνονται έννοιες όπως: νομιμότητα, συνταγματικότητα, εθνικό συμφέρον κλπ. Το ΝΑΙ να βαφτίζεται νόμιμο, συνετό και νικηφόρο, ενώ το ΟΧΙ παράνομο, αλλοπρόσαλλο και ηττημένο. Οι δυνάμεις του ΝΑΙ, παρά την ήττα τους, είδαμε να καθίστανται κυρίαρχες, να καθορίζουν αυτές την πολιτική ατζέντα και να μοιράζουν πιστοποιητικά νομιμότητας. Είδαμε ένα “κυνήγι των μαγισσών”, στη μόνη εθνικά αξιοπρεπή πράξη του πολιτικού προσωπικού: την επεξεργασία μιας εναλλακτικής νομισματικής όδευσης, ένα “Plan B” και την ανάκτηση του “Νομισματοκοπείου”. Βέβαια, αν και αυτό υπαγόρευε η λογική, η νομιμότητα και η συνταγματικότητα, αυτή η επεξεργασία δεν έγιναν ποτέ.
Υποκατέστησαν μια αμεσοδημοκρατική απόφαση με μια έμμεση, αντιπροσωπευτική, αυτήν των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015. Θεώρησαν δηλαδή ότι με τις βουλευτικές εκλογές υπερκαλύφθηκε ή διορθώθηκε η απόφαση του δημοψηφίσματος. Αλλά οι άμεσες και σαφείς αποφάσεις έχουν πάντοτε μια ποιοτική υπεροχή από έμμεσες και διαθλασμένες, σε πολλά πεδία, πολιτικές αποφάσεις.
Η στάση της ηγετικής παρέας του ΣΥΡΙΖΑ εξάλειψε, επιπλέον όλο εκείνο το κεφάλαιο συμπάθειας που είχε δημιουργηθεί πριν το δημοψήφισμα, ιδιαίτερα από προσωπικότητες και ομάδες του Δυτικού Κόσμου και της Λατινικής Αμερικής. Μπορούσε στη βάση των παγκόσμιων αξιών της Δημοκρατίας, ν’ αφυπνίσει και να συσπειρώσει δύο διεθνή λανθάνοντα κινήματα: 1. τον φιλελληνισμό και 2. τους Έλληνες τις διασποράς. Η υπονόμευση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος από τους ίδιους τους εμπνευστές του, τους απογοήτευσε δραματικά. Αναδιπλώθηκαν, μιλώντας για «αριστερούς της καρπαζιάς» για «ηγέτες προτεκτοράτου και όχι χώρας» κτλ.
Νόθος και αντιδημοκρατικός ευρωπαϊσμός
Οι πολιτικές «παρέες» των Αθηνών, του «πάση θυσία ευρώ», που νέμονται τη χώρα σαν καρυωτάκεια «στρατιά ήττας», στην πραγματικότητα μεγέθυναν τον ευρωσκεπτικισμό. Γνωρίζουν ότι αν γινόταν σήμερα ένα δημοψήφισμα για ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην Νομισματική Ένωση θα έβλεπαν τη διαφορά να μεγαλώνει υπέρ του ΟΧΙ. Γι’ αυτό προσπαθούν να εκφυλίσουν τον θεσμό, να τον χαρακτηρίσουν λαϊκιστικό. Εξάλλου, τελευταία ότι εκπορεύεται ή αναφέρεται στο λαό χαρακτηρίζεται από το προσωπικό του ευρωζωνικού μονόδρομου, ως λαικισμός. Ο ευρωπαϊσμός τους έχει γίνει ένα τέχνασμα συντήρησης μιας ένοχης δομής εξουσίας, μια ιδεολογία συγκάλυψης σκανδάλων, λεηλασίας των ταμείων, αποεθνικοποίησης και πολιτικής διάλυσης της χώρας .
Το δημοψήφισμα απέδειξε ότι στην Ελλάδα υπονομεύτηκε η πολιτική ως τρόπος επίλυσης προβλημάτων, όχι μόνον από μια αλλοπρόσαλλη κυβερνητική παρέα, που παίζει με τα «νεύρα» τα ελληνικού λαού, αλλά και από τις άλλες, τις αντιπολιτευτικές, τις κοντόφθαλμες και εμπαθείς, οι οποίες θα έπρεπε να υποστηρίξουν το δικαίωμα του στην υλοποίηση της απόφασης του, ανεξάρτητα αν συμβάδιζε με την δική τους θέση, ακριβώς όπως έκανε ο Άγγλος Κάμερον, ο οποίος δέχτηκε την απόφαση του αγγλικού λαού για έξοδο από την ΕΕ, και παραιτήθηκε εφ’ όσον ο ίδιος δεν μπορούσε να ηγηθεί μιας πολιτικής που δεν πίστευε. Στις δημοκρατίες, οι αποφάσεις της πλειοψηφίας γίνονται σεβαστές και από τις μειοψηφίες. Αυτός είναι ο θεμελιώδης κανόνας τους.
Αλλά ακόμη και οι Εταίροι μας αντί να υπερασπισθούν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, εφόσον μάλιστα συμμετείχαν στην διαδικασία του, το λοιδόρησαν προκλητικά, αποδεικνύοντας ότι έχουν περιορισμένη δημοκρατική παιδεία. Αν είχαν αναπτυγμένη θα δεχόταν την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, ανεξάρτητα αν ταυτιζόταν με την δική τους άποψη.
Πριν το δημοψήφισμα η σκληρότητα και η αδιαλλαξία των Εταίρων ενεργοποίησε πατριωτικές και αντιιμπεριαλιστικές μνήμες, προκάλεσε το εθνικό αίσθημα, με το να αποποιηθούν τις δικές τους ευθύνες στη χρεωκοπία της ελληνικής οικονομίας, παρουσιάζοντας τις ντόπιες πολιτικές ηγεσίες ως τις μόνες υπεύθυνες, επειδή δεν διέθεταν, όπως έλεγαν, ευρωπαϊκή κουλτούρα, ήθος και υψηλά ιδανικά και ότι μόνον οι ίδιοι μπορούσαν να αποκαταστήσουν αυτό το έλλειμμα. Ο λαός είπε ΟΧΙ στην αναίδεια τους να τεθεί ο ίδιος σε θέση αξιολόγησης στην κλίμακα κατανόησης ή μη αυτής της «ευγενικής προσφοράς» τους. Διαισθάνθηκε ότι πίσω από την «ευγενική προσφορά» τους κρύβονταν η εκποίηση της εθνικής κυριαρχίας και περιουσίας του. Ότι η εθνική του υπόσταση συνθλιβόταν ανάμεσα στον ηγεμονισμό των Εταίρων και την ανημποριά του εγχώριου πολιτικού προσωπικού. Η αντιμετώπιση όμως του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος επιβεβαίωσε επιπλέον την αναίδεια και την έλλειψη δημοκρατικού ήθους των «ευγενών» της Ευρώπης. Πολύ δε περισσότερο που τ’ αντανακλαστικά τους δεν ήταν τα ίδια με αυτά του δημοψηφίσματος μιας χώρας, όπως πχ της Αγγλίας, αλλά ενός προτεκτοράτου, βαθαίνοντας ακόμη περισσότερο τον ευρωσκεπτικισμό και το αίσθημα αποστροφής των Ελλήνων προς την νομενκλατούρα των Βρυξελλών.
Όχι γιατί οι Έλληνες και οι λαοί της Ευρώπης δεν θέλουν μια προοπτική πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης τους, αλλά δεν την θέλουν ως μια σχέση κυριαρχίας μέσα από σκοτεινές τοκογλυφικές λειτουργίες. Προφανώς φαντάζονται την Ευρώπη ως μια πολιτική ομοσπονδία διακριτών εθνών-κρατών και όχι σαν μια μαρμελάδα τους σε γερμανικό βάζο.
Όλος αυτός ο ακατάσχετος ευρωπαϊσμός είναι νόθος και αντιδημοκρατικός. Από το 1981 που μπήκαμε στην ΕΟΚ, μέχρι το Μάαστριχ, την ΟΝΕ και τα “μνημόνια” ο ελληνικός λαός δεν έδωσε ποτέ την συγκατάθεσή του. Μπορεί να υπάρχει καιροσκοπισμός και ανοχή, αλλά ποτέ δεν υπήρξε δημοκρατική έγκριση. Και αυτό το ξέρουν οι αμειβόμενοι μανδαρίνοι του νόθου ευρωπαϊσμού. Νόθος, γιατί διαμορφώθηκε στη βάση δύο πολιτικοϊδεολογικών προταγμάτων: του καραμανλικού επαρχιωτισμού και του παπανδρεϊκού καιροσκοπισμού, οσμωμένους με τους διαχρονικούς πυλώνες της εθνικής χρεωκοπίας: το πελατειακό σύστημα και το συγκεντρωτισμό της Αθήνας. Ανάμεσα στα προτάγματα και τους πυλώνες της χρεωκοπίας διακονεύουν διάφορες εκδοχές τους, όπως: ο λαμογιακός ευρωπαϊσμός, ο ζημενσικός, ο σημιτικός, αυτός των κυνηγών επιδοτήσεων, μέχρι και ο ιδεοληπτικός και επαρχιώτικος της Αριστεράς. Το δημοψήφισμα θεωρήθηκε από τους κύριους εκφραστές αυτής της στρατηγικής (Σημίτη, Καραμανλή, Μητσοτάκη, Σαμαρά, κά) μια ευκαιρία για την ετεροχρονισμένη δημοκρατική νομιμοποίηση της ευρωπαϊκής τους στρατηγικής, που σηματοδοτήθηκε από την ένταξη στην ΕΟΚ (1981), την ένταξη στην Ευρωπαϊκή ένωση (συνθήκη Μάαστριχ 1992), την ένταξη στην Ευρωζώνη (2000) και στα “μνημόνια” (2010). Γι’ αυτό προσπάθησαν να το αναγάγουν σε ΝΑΙ η ΟΧΙ στην Ευρωζώνη και την ΕΕ, καλύπτοντας και την αντιδημοφιλή συνέχειά τους: τα “μνημόνια”. Το ΟΧΙ όμως απέτρεψε την ικανοποίηση του κρυφού καημού τους.
Προς θεσμοποίηση ενός προτεκτοράτου των Βρυξελών
Πολλοί, μετά το δημοψήφισμα άρχισαν να κατανοούν την Ελλάδα ως ένα προτεκτοράτο των Βρυξελών. Ο Σλοβένος πρόεδρος Ρόμπερτ Φίκο το έκφρασε ως εξής: «Ναι έχουμε δημιουργήσει ένα προτεκτοράτο. Γιατί να είναι αυτό κάτι κακό;» Ο Ισπανός επικεφαλής των Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας μας το υπενθύμισε πρόσφατα λέγοντας: «Η Ισπανία δεν θα γίνει προτεκτοράτο σαν την Ελλάδα» κτλ.
Η σχέση προτεκτοράτου εμπεδώθηκε και με νόμο της ελληνικής Βουλής που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τον Αύγουστο του 2015, με βάση τον οποίο όλοι οι νόμοι της ελληνική Βουλής εγκρίνονται από Επιτροπή, από δοτούς αξιωματούχους, που λειτουργεί στα πλαίσια του Ταμείου Ευρωπαϊκής Σταθερότητας. Στην Επιτροπή προεδρεύει ο Αναπληρωτής Διευθυντής της επιτροπής Οικονομίας της Ολλανδίας Maarten Verwey. Η Επιτροπή συνεργάζεται στενά με την Τρόικα, υποβάλλει σ’ αυτήν εκθέσεις, συνομιλεί απευθείας με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας και ελέγχει τις μεταβιβάσεις πόρων, που αντλούνται μέσω φορολογίας ή άλλες πηγές (πχ πώληση δημόσιας περιουσίας), σε εγγυητικό λογαριασμό της Τρόικας.
Εξάλλου, το 3ο μνημόνιο αρχίζει με τη φράση: «δεν υπάρχει νομοθεσία ή άλλη δράση, όσο ήσσονος σημασίας, που μπορεί να ληφθεί από τους θεσμούς στην Ελλάδα, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Τρόϊκα». Η Τρόϊκα λοιπόν είναι θεσμός πάνω από τους ελληνικούς θεσμούς, την Κυβέρνηση, τη Βουλή, το Σύνταγμα. Και όπως κάθε θεσμός ιμπεριαλισμού, για να αποφύγει τις πιέσεις και την κριτική, κυβερνά πίσω από τα παραβάν, στο ημίφως, κυβερνά μέσα από εγχώριους “κοτζαμπάσηδες” και “τσογλάνια”, πολιτικούς και διοικητικούς ευνούχους, τους οποίους έχει εκπαιδεύσει σε μια προηγούμενη περίοδο.
Γνωρίζουμε ότι κάθε φορά που η Ελλάδα υπογράφει ένα “μνημόνιο” το χρέος αυξάνεται. Έτσι με το 3ο “μνημόνιο” τα 300 δις έγιναν 400 δις περίπου. Το αυξανόμενο χρέος είναι ανάλογο με τη μείωση της εθνικής κυριαρχίας. Tα δανεικά συνιστούν ρήτρα υπανάπτυξης, αφού πηγαίνουν για την ικανοποίηση του χρέους, δεσμεύουν/παγιδεύουν τον πλούτο της χώρας, οδηγούν στην υπερεργασία και την υπερφορολόγηση, τη μείωση των κοινωνικών δαπανών, γίνονται επιχείρημα κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων ιδιωτών αλλά και ολόκληρων τομέων της παραγωγής, χρεοκοπούν και διώχνουν τους ντόπιους επιχειρηματίες, μικρούς και μεγάλους, μέσω της τραπεζικής ασφυξίας που τους προκαλούν.
Το ποσό των 98 δις με το οποίο ενισχύθηκαν οι τράπεζες (14-8-2015) δεν είναι τίποτε άλλο παρά το ποσό που πρέπει να μεταφερθεί από τους Έλληνες στους Δανειστές. Πρόκειται για τέχνασμα και λεξιλόγιο υποδούλωσης, αφού τα 98 δις θα παραμείνουν σε τράπεζες του Λουξεμβούργου για ανακεφαλαιοποιήσεις των “ελληνικών” τραπεζών και πληρωμών τόκων, επόμενα δεν μπορούν να υποστηρίξουν την εγχώρια ανάπτυξη. Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες πείθονται ότι με αυτά τα 98 δις, που θα τους αφαιρεθούν, θα έχουν προστασία από τους θεσμούς της δυτικής αυτοκρατορίας, ότι δεν θα βγουν απ’ έξω (Grexit) και επόμενα δεν θα κινδυνέψουν από διάφορα “κράτη τέρατα” και “σατανικούς ηγέτες” ( Ίσις, Ταλιμπάν, Κιμ Γιογκ Ουν κτλ).
Το χρέος για τους οπαδούς του ΝΑΙ θεωρείται μεν ένα «τέρας» αλλά ιερό, που δεν πρέπει να διερευνάται η φύση του, η τρωτότητά του, η ηθική του αλλά που πρέπει μόνο να ικανοποιηθεί, να γίνουν θυσίες: άνθρωποι, εθνική κυριαρχία και πλούτος, Το ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου 2015 ήταν η απάντηση σε αυτήν την νοσηρή λογική των ανθρωποθυσιών και της εθνοκτονίας.