Οι τέσσερις βασικοί παράγοντες
Καθώς ο κορωνοϊός συνεχίζει να εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, κάποιοι αναφέρουν ότι την λύση θα δώσει ο… καιρός: Η υπόθεση που κάνουν είναι ότι οι θερμότερες θερμοκρασίες του καλοκαιριού θα σταματήσουν την εξάπλωση του ιού.
Ωστόσο, οι καιρικές συνθήκες και η επιδημία του COVID-19 δε μπορεί να έχουν απόλυτη σχέση αίτιου και αιτιατού, σύμφωνα με τον Marc Lipsitch, Καθηγητή Επιδημιολογίας και Διευθυντή του Κέντρου μελέτης της Δυναμικής των Μεταδοτικών Νοσημάτων του Πανεπιστημίου Harvard T.H. Chan School of Public Health.
Σύμφωνα με τον Καθηγητή και Πρύτανη του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθήνας, Θάνο Δημόπουλο, η εποχική κατανομή ενός ιού σχετίζεται με τέσσερις βασικούς παράγοντες, ως ακολούθως:
1) Το περιβάλλον. Το χειμώνα ο αέρας είναι κρύος και ξερός τόσο στους εξωτερικούς όσο και στους εσωτερικούς χώρους. Η ζέστη και η υγρασία του καλοκαιριού εκτιμάται ότι μειώνουν τόσο το χρόνο ημίσειας ζωής όσο και τη ευκολία μετάδοσης του κορωνοϊού, κατά αναλογία με τον ιό της γρίπης. Ωστόσο, δεν έχουν δημοσιευτεί μελέτες που να αφορούν αποκλειστικά τους κορωνοϊούς και ειδικότερα τον COVID-19. Επιπλέον, δεν είναι σαφής η επίδραση του ιδιαίτερα υγρού κλίματος (όπως στη Σιγκαπούρη όπου παρατηρούνται αρκετά κρούσματα), της διάρκειας της ημέρας και της ηλιακής ακτινοβολίας.
2) Η ανθρώπινη συμπεριφορά. Ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους το χειμώνα σαφώς και συμβάλλει στην ευκολότερη μετάδοση των ιογενών λοιμώξεων. Επιπλέον, το καλοκαίρι τα σχολεία παραμένουν κλειστά και έτσι μειώνεται η μετάδοση λοιμώξεων μέσω αυτής της ηλικιακής ομάδας. Βέβαια, δεν έχει προσδιοριστεί σαφώς εάν τα παιδιά μολύνονται δυσκολότερα από τον COVID-19, οπότε και το κλείσιμο των σχολείων δε θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αλυσίδα μετάδοσης, ή είναι ασυμπτωματικοί ή ολιγοσυμπτωματικοί φορείς, οπότε το κλείσιμο των σχολείων θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της μετάδοσης.
3) Το ανοσοποιητικό σύστημα του ξενιστή. Κατά τη χειμερινή περίοδο, οπότε και οι ώρες με ηλιοφάνεια είναι περιορισμένες, μεταβολές στα επίπεδα της μελατονίνης και μείωση των επιπέδων της βιταμίνης D μπορεί να μειώνουν την αποτελεσματικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος να ανταποκρίνεται στις λοιμώξεις. Αυτό μπορεί να συμβάλει τουλάχιστον εν μέρει στην αυξημένη επίπτωση ιογενών λοιμώξεων τους χειμερινούς μήνες. Ο Καθηγητής Θάνος Δημόπουλος συνέστησε λήψη Βιταμίνης D σε άτομα που παρουσιάζουν χαμηλά επίπεδα.
4) Η ύπαρξη ευάλωτων ξενιστών. Όλα τα ανωτέρω προκαλούν μια μεταβλητότητα στο ποσοστό ευάλωτων ανθρώπων ανάλογα με τη χρονική περίοδο και τις κλιματολογικές συνθήκες. Σε αυτό θα πρέπει να συμπεριληφθούν και ο αριθμός των γεννήσεων ή εμφάνιση ενός νέου ιού, όπως του COVID-19, για το οποίο δεν υπάρχει φυσική ανοσία στον πληθυσμό.
Ο ιός της γρίπης παρουσιάζει εποχική κατανομή διότι σημαντικό μέρος του πληθυσμού είναι πλέον άνοσο και έτσι προκαλεί λοίμωξη σε όσους δεν έχουν ανοσία και έχουν ευάλωτο ανοσοποιητικό σύστημα κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο, για τους προαναφερθέντες λόγους. Ωστόσο, σε περιπτώσεις πανδημίας δεν είναι υποχρεωτική η εποχική κατανομή. Η πανδημία της γρίπης του 2009 ξεκίνησε Απρίλιο-Μάιο, υφέθηκε το καλοκαίρι και επανεμφανίστηκε Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, εκτός δηλαδή της αναμενόμενης εποχικής κατανομής. Αντίστοιχα, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί ως προς τη συμπεριφορά του COVID-19 και να μην επαναπαυθούμε στη βελτίωση του καιρού στις κλιματολογικές συνθήκες για την ανάσχεση της επιδημίας, σημείωσε ο Καθηγητής Θάνος Δημόπουλος. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, η επιδημιολογική συμπεριφορά του ιού μέχρι τα τέλη Απριλίου θα είναι καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία και την ενδεχόμενη εποχική διακύμανση.