Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τον Σεπτέμβριο του 2019, σε συνέδριο του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, ανακοίνωσε ότι μέχρι το 2028 θα έχει συντελεστεί η πλήρης απολιγνιτοποίηση της χώρας. Λίγο αργότερα ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, σπεύδει να εξαγγείλει το κλείσιμο των μονάδων της ΔΕΗ της περιοχής μέχρι το τέλος του 2023, επικαλούμενος εκτός από την περιβαλλοντική ρύπανση, τη χρησιμοποίηση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ της τιμολογιακής πολιτικής της ΔΕΗ για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής και κυρίως το κόστος που πληρώνει η ΔΕΗ για τους ρύπους και το ελλειμματικό κενό που αυξάνεται συνεχώς στους προϋπολογισμούς. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του: «Ο λιγνίτης κατέληξε από διαμάντι και πετράδι να γίνει βαρίδι της επιχείρησης».
Η ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη ξεκίνησε το 1970 με δυο μονάδες και το 1991 έφτασε τις τέσσερις μονάδες λιγνίτη, ενώ από το 2015 προστέθηκε μία μονάδα φυσικού αερίου. Το 2011 καταργήθηκαν οι δυο παλιές μονάδες λιγνίτη και σ’ έναν αρκετά μεγάλο βαθμό ανακουφίστηκε από τους ρύπους η περιοχή. Σήμερα λειτουργεί μόνο η μονάδα φυσικού αερίου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οι ρύποι των ορυχείων προέρχονται από: αιωρούμενα σωματίδια-σκόνη, αέρια από αυτανάφλεξη, λύματα από τις εγκαταστάσεις ενδιαιτήσεως προσωπικού, καντίνες κ.λπ. και από τα χρησιμοποιημένα λιπαντικά.
Το διοξείδιο του άνθρακα, του θείου και του αζώτου από τις λιγνιτικές μονάδες δημιουργεί φωτοχημικό νέφος, με επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων, στη χλωρίδα και την πανίδα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μακροχρόνια δραστηριότητα των λιγνιτωρυχείων έχει αλλοιώσει το τοπίο πλήττοντας την οικολογική ισορροπία και το μικροκλίμα της περιοχής. Χωριά έχουν εξαφανιστεί από τον χάρτη ή μετατοπιστεί. Οικισμοί ολόκληροι κηρύσσονται σε αναγκαστική απαλλοτρίωση. Ακόμη και σήμερα, παρά το γεγονός ότι το κλείσιμο της ΔΕΗ έχει εξαγγελθεί για το 2023, η εφαρμογή των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων συνεχίζεται στο χωριό Τριπόταμος. Οι κάτοικοι του χωριού, όμως, αρνούνται να το εγκαταλείψουν, γιατί θέλουν έναν συγκεκριμένο χώρο, έτσι μοιραία σταματάει και η εξόρυξη, πράγμα που φυσικά η ΔΕΗ και οι εργαζόμενοί της δεν το επιθυμούν.
Γιατί η Ελλάδα βιάζεται να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο;
Η μετάβαση από την οικονομία της κατανάλωσης των ορυκτών καυσίμων στην οικονομία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας –με μεταβατικό καύσιμο το φυσικό αέριο– απαιτεί λεπτομερή προγραμματισμό για την επόμενη μέρα. Χρειάζεται πρόβλεψη νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, εφαρμογή ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και υποστήριξη από δημόσιους φορείς αυτών των αλλαγών.
Και εδώ ανακύπτει ένα ερώτημα: Πού άραγε μπορεί να απασχοληθεί ένας άνθρωπος που επί σειρά ετών ήταν εξορύκτης ή εκσκαφέας ή οξυγονοκολλητής;
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει θέσει όριο στα κράτη-μέλη για την απολιγνιτοποίηση το έτος 2050 και προβλέπει τη δημιουργία ενός «Ταμείου δίκαιης μετάβασης» το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με 7,5 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Ελλάδα θα πάρει μόνο 294 εκατ. ευρώ. Η Πολωνία, που θα κλείσει τα εργοστάσιά της το 2050, θα πάρει 2 δισ. ευρώ. Η κραταιά Γερμανία όρισε το έτος 2038 για την απολιγνιτοποίηση. Γιατί άραγε η Ελλάδα βιάζεται τόσο πολύ να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο γκρεμίζοντας το ήδη υπάρχον;
Στις 26 Μαΐου 2020 ο πρωθυπουργός, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Bild, έκανε ιδιαίτερη μνεία στην απολιγνιτοποίηση και στην αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων αναφέροντας: «Μέρος των χρημάτων θα διατεθεί για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης σε μια ολόκληρη περιφέρεια της Ελλάδας, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα και θα πρέπει πλέον οι κάτοικοί της να βρουν κάτι άλλο να κάνουν. Και, βεβαίως, θα επωφεληθούν και γερμανικές εταιρείες. Η RWE σύναψε συμφωνία με τη ΔΕΗ για την εγκατάσταση ενός πολύ μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου στη θέση όπου υπήρχε μια παλιά λιγνιτική μονάδα. Συνεπώς, είναι και προς το συμφέρον γερμανικών εταιρειών, επειδή θέλω να αλλάξω το αφήγημα». Πώς ακούγεται άραγε στα αυτιά αυτών των εργαζομένων η φράση του πρωθυπουργού «θα πρέπει πλέον οι κάτοικοί της να βρουν κάτι άλλο να κάνουν. Και, βεβαίως, θα επωφεληθούν και γερμανικές εταιρείες»; Είναι το πρώτο χτύπημα στην πόρτα που ανοίγει για να μπει η εργασιακή ανασφάλεια.
Το κόστος της απολιγνιτοποίησης
Η απολιγνιτοποίηση θα φέρει αυτόματα την απώλεια 1.200 θέσεων εργασίας στη ΔΕΗ. Σε αυτές θα πρέπει, επίσης, να προστεθούν και 500 θέσεις εργασίας που αντιστοιχούν σε εργολάβους και σε άλλες επιχειρήσεις που συνδέουν τη δραστηριότητά τους με τη ΔΕΗ (προμηθευτές, μηχανουργεία, συνεργεία μηχανημάτων, πρώτες ύλες κ.λπ.).
Αυτές οι θέσεις εργασίας θα προκαλέσουν τη μείωση του πληθυσμού του λεκανοπεδίου κατά περίπου 6.000 άτομα, άμεσα! Ο Δήμος Μεγαλόπολης θα μετατραπεί σε πόλη-φάντασμα, καθώς θα παραμείνουν μονάχα οι ηλικιωμένοι συνταξιούχοι και όλοι οι άλλοι θα οδηγηθούν αναγκαστικά στη λύση της μετοικεσίας ή της μετανάστευσης. Το λουκέτο στις λιγνιτικές μονάδες δεν θα πλήξει όμως μόνο τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ και τις οικογένειές τους.
Θα έχει πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στους περισσότερους επαγγελματικούς κλάδους των νομών Αρκαδίας και Μεσσηνίας. Κι αυτό γιατί πολλοί εργαζόμενοι διαμένουν ή δαπανούν ένα μέρος του χρόνου τους στην Τρίπολη και την Καλαμάτα.
Σε μελέτες που έχουν εκπονηθεί έχει προκύψει ότι:
■ Για κάθε 1 θέση μόνιμου προσωπικού στα ορυχεία και στους σταθμούς παραγωγής δημιουργούνται και συντηρούνται 3,28 θέσεις στην τοπική αγορά εργασίας.
■ Για κάθε 1 ευρώ που δαπανά η ΔΕΗ σε μισθούς και εργολαβίες προκύπτουν, επαγωγικά, περισσότερα από 3 ευρώ στον κύκλο της τοπικής οικονομίας.
■ Επί συνόλου 1.200 μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων της ΔΕΗ στην περιοχή μας, συντηρούνται συνολικά 4.500 θέσεις εργασίας.
■ Τα 130 εκατ. ευρώ που αποτελούν το καθαρό ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων στη ΔΕΗ αλλά και των κάθε είδους εργολαβιών και υπηρεσιών προς τα ορυχεία και τους σταθμούς παραγωγής, δημιουργούν πλούτο 500 εκατ. ευρώ για το σύνολο της τοπικής οικονομίας.
Θα επέλθει Περιβαλλοντική Καταστροφή αν η ΔΕΗ αποχωρήσει άμεσα από την περιοχή. Γιατί; Θα σταματήσουν οι επακόλουθες αποκαταστάσεις εδαφών –που ΔΕΝ έχει κάνει ώς τώρα ως όφειλε σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις υποχρεώσεις της–, με αποτέλεσμα την καταδίκη της περιοχής στον επιεική χαρακτηρισμό «κρανίου τόπος».
Σύμφωνα με αντίστοιχες περιπτώσεις άλλων περιοχών της Ευρώπης, το κόστος αποκατάστασης ΜΟΝΟ της εξορυκτικής δραστηριότητας της περιοχής του Λιγνιτικού Κέντρου Μεγαλόπολης ανέρχεται σε τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ.
Με τα ορυχεία παρατημένα και με βάθος άνω των 150 μέτρων στα ορύγματα, τα επιφανειακά ύδατα θα αποστραγγίζονται απευθείας στα ανενεργά ορυχεία, ενώ η διάρρηξη του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα σημαίνει την πλήρη αδυναμία μετακίνησης υδάτινων όγκων υπογείως για τον εμπλουτισμό της γεωγραφικής λεκάνης.
«Είναι ξεκάθαρο ότι όλα γίνονται προκειμένου να παραδοθεί η χώρα στο φυσικό αέριο», λένε οι ντόπιοι.
Ετσι, χωρίς απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, χωρίς οικονομοτεχνικές μελέτες, η κυβέρνηση, η ΔΕΗ, η περιφέρεια, ο δήμαρχος εξαγγέλλουν φυσικό αέριο για την πόλη της Μεγαλόπολης όπως και το κλείσιμο της «Τηλεθέρμανσης», χωρίς να τους απασχολεί αν οι δημότες πληρώσουν πολλαπλάσια, αφού σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο του υπουργείου η προμήθεια φυσικού αερίου θα γίνεται από προμηθευτές που θα έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο δίκτυο φυσικού αερίου.
Και το μεγάλο ερώτημα είναι: Πώς θα κλείσει μια κερδοφόρα εταιρεία, η «Τηλεθέρμανση Α.Ε. ΟΤΑ», που παρουσιάζει έσοδα 1.566.418,97 σύμφωνα με τον ισολογισμό του 2018; Τι θα γίνει η μέχρι τώρα επένδυση που ανέρχεται στα 19.000.000 ευρώ; Ποιος θα δώσει τους πελάτες της-καταναλωτές σε εταιρεία ιδιωτικών συμφερόντων;
Χωρίς προστασία η τοπική κοινωνία
Εύλογα λοιπόν τίθεται το επόμενο ερώτημα: Θα έχουν οι καταναλωτές δέσμευση ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ με τους ΙΔΙΩΤΕΣ παρόχους του φυσικού αερίου για τιμές διάθεσης 50% χαμηλότερα του πετρελαίου θέρμανσης; Ας σημειωθεί ότι οι ιδιώτες έχουν μοναδικό σκοπό το κέρδος και όχι την κοινωνική παροχή φθηνής ενέργειας προς τους δημότες, όπως έχει η δημοτική επιχείρηση «Τηλεθέρμανση Α.Ε.». Ακόμη, πρέπει να υπολογιστεί ότι υπάρχει και το κοινωνικό τιμολόγιο, με 30% έκπτωση στο ηλεκτρικό ρεύμα για τους κατοίκους και τους υπαλλήλους και συνταξιούχους της ΔΕΗ.
Για όλους τους παραπάνω λόγους πρέπει να αποτραπεί η βίαιη απολιγνιτοποίηση. Είναι απαραίτητο ακόμη και τώρα, την ύστατη στιγμή, να διεξαχθεί διαβούλευση –η οποία ασφαλώς δεν θα πρέπει να έχει «προσχηματικό» χαρακτήρα– προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις που θα λαμβάνουν υπόψη τους εργαζόμενους και όλους αυτούς που εμπλέκονται στην οικονομική δραστηριότητα της πόλης.
Είναι απαραίτητο η απόφαση για τη μετάβαση στη μετα-λιγνιτική εποχή να γίνει ομαλά και με τη συναίνεση των πολιτών.
Το κοινωνικό τραύμα θα είναι μεγάλο αν ο διακόπτης του λιγνιτικού κέντρου της ΔΕΗ Μεγαλοπόλεως κλείσει απότομα, αν ξαφνικά ένα πρωί ξυπνήσουν οι κάτοικοι και δεν δουν καπνό από το εργοστάσιο και ο φίλος τους, ο αδερφός τους, ο γείτονας δεν έχει δουλειά. Ολόκληρη η ζωή τους είναι συνδεδεμένη με τους ρυθμούς του. Το πρόβλημα θα είναι μεγάλο και γι’ αυτούς που έχουν συνηθίσει να εργάζονται, που δεν είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης και που πρόκειται να ενταχθούν στο πρόγραμμα της εθελούσιας εξόδου με στόχο τη μείωση προσωπικού, γιατί η εργασία είναι κατεξοχήν κοινωνικό αγαθό.
Οπως κοινωνικό αγαθό είναι και οι φυσικοί πόροι της χώρας. Και ο κ. πρωθυπουργός θα πρέπει να ακούσει τις συζητήσεις των κατοίκων στα καφενεία της περιοχής, γιατί, ως φυσική μετεξέλιξη της εκκλησίας του δήμου της αρχαίας Ελλάδας που είναι, εκεί εκφράζονται σκέψεις, συναισθήματα και διαμορφώνονται πολιτικές δράσεις εξετάζοντας τις εκάστοτε πολιτικές της όποιας κυβέρνησης. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να αισθάνεται μονάρχης, αλλά όταν πρόκειται για πολιτικό πρόσωπο, θα πρέπει να θυμίσουμε ότι έχει αναλάβει, από τη βούληση των ανθρώπων, κατ’ ανάθεση έργο, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, με στόχο την καλυτέρευση της ζωής όλων, όχι την καλυτέρευση του επιπέδου ζωής των «φίλων» εις βάρος των υπόλοιπων κατοίκων, που αντιμετωπίζονται στην καλύτερη περίπτωση ως αριθμοί, στη χειρότερη σαν αναλώσιμο υλικό. Αυτές οι απόψεις ακούγονται στα καφενεία της περιοχής σήμερα.
Οι πόλεις-φαντάσματα που η παγκόσμια ιστορία έχει να μας δείξει, με την πιο πρόσφατη εικόνα στη μνήμη μας του δικού μας Λαυρίου –εννοείται πριν από την πολιτιστική του ανάδειξη και αξιοποίηση–, δεν είναι πρόταση βιώσιμης ανάπτυξης. Ούτε η εθελούσια έξοδος, γιατί δεν είναι εθελούσια αλλά αναγκαστική. Πολλά μπορούν να γίνουν με πρόγραμμα (ανάδειξη της βιομηχανικής μας κληρονομιάς ως δείγμα πολιτισμού – η περιοχή της ΔΕΗ Μεγαλόπολης και Λάδωνα αν αξιοποιηθεί κατάλληλα, μπορεί να προσελκύσει και επιστημονικό τουρισμό κ.ά.), χωρίς βιασύνη και κυρίως με συνεργασία, επιμόρφωση και βοήθεια της τοπικής κοινωνίας και όχι με τον αφανισμό της.
*Δρ Οικονομολόγος – Ιστορικός
ΥΓ. Ευχαριστίες για την παροχή στοιχείων στους: Σπύρο Τσιριγώτη, δημοτικό σύμβουλο, πρ. δήμαρχο και Σαράντο Αλεξανδρή, πρώην εργαζόμενο στη ΔΕΗ & συνδικαλιστή.
efsyn.gr