Optika Anagnostis ptolemaida Reggia Ptolemida Pizzaria iek voltetors butterflys ptolemaida

Σειρές με εμπλΕΚΟΜΕνη κρατική επιχορήγηση

7λ ανάγνωσης
Σειρές με εμπλΕΚΟΜΕνη κρατική επιχορήγηση

Σειρές με εμπλΕΚΟΜΕνη κρατική επιχορήγηση

Χρυσές δουλειές για τους καναλάρχες, που βλέπουν τα έσοδά τους να διογκώνονται, τα έξοδα να περιορίζονται και τη φοροδιαφυγή να γίνεται πιο εύκολη…

«Η μεγάλη επιστροφή της μυθοπλασίας», «επαναφορά της τηλεόρασης στην προ κρίσης εποχή»: Αν όχι πανομοιότυποι, αυτοί οι τίτλοι με τις αναδιατυπώσεις τους θα μπορούσαν να αποτελούν επικεφαλίδα σε θριαμβευτικά ρεπορτάζ για το fiction-boom της φετινής σεζόν. Περισσότερες από 20 ελληνικές σειρές διανθίζουν το πρόγραμμα ιδιωτικών και κρατικών καναλιών, μοχλεύοντας (θεωρητικά) ιδιωτικά κεφάλαια και προσφέροντας δουλειά στον πενόμενο χώρο της παραγωγής – μια σχεδόν ιδανική εικόνα για τη συνεισφορά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στο σύγχρονο μιντιακό τοπίο.

Πόσο, όμως, ανταποκρίνεται αυτή η εικόνα στην αλήθεια; Είναι κοινό μυστικό ότι η επιστροφή των ελληνικών σειρών σε επίπεδο που δεν είχαμε ξαναδεί μετά το 2010 επανέφερε και την τακτική της έμμεσης, πλην γενναιόδωρης, κρατικής επιχορήγησης σε ιδιώτες. Και εάν μέχρι την κρίση οι παραγωγοί χρηματοδοτούνταν από το ανταποδοτικό της ΕΡΤ ή τις επιχορηγήσεις του ΕΚΚ, σήμερα ένα πολύ πιο χρήσιμο εργαλείο έρχεται να εξυπηρετήσει απευθείας τα συμφέροντα των ιδιωτών καναλαρχών. Πρόκειται για το πρόγραμμα στήριξης του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ), που χρηµατοδοτεί σχεδόν το 40% του κόστους των παραγωγών.

«Παιδί» του φιλόδοξου σχεδιασμού του πρώην γ.γ. Ενημέρωσης και μετέπειτα υφυπουργού Ψηφιακής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ Λευτέρη Κρέτσου, το ΕΚΟΜΕ αποσκοπούσε στην ενίσχυση της οπτικοακουστικής παραγωγής στην Ελλάδα, είτε σε επίπεδο προσέλευσης ξένων εταιριών που θα γύριζαν στη χώρα σειρές και ταινίες με δυνατές εμπορικές προδιαγραφές, είτε σε «μεγάλες παραγωγές» μυθοπλασίας που θα έδιναν δουλειά σε ελληνικές εταιρίες, ηθοποιούς και τεχνικούς. Με το πρόγραμμα επιστροφής επενδύσεων (cash rebate), αλλά και με την επιστροφή φόρου (tax relief), που αγγίζει το 50% σε δαπάνες που πραγματοποιούνται εντός Ελλάδας, εύκολα θα υπέθετε κανείς ότι η χώρα θα μετατρεπόταν σε μικρό Χόλιγουντ -ή έστω Cinecita- με τα κεφάλαια να εισρέουν αφειδώς. Παρά τις καλές προθέσεις Κρέτσου, ο οργανισμός επί ΣΥΡΙΖΑ φυτοζωούσε, υποστελεχωμένος και με πενιχρά αποτελέσματα.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρήκε στο ΕΚΟΜΕ ένα χρήσιμο αναπτυξιακό εργαλείο, δίνοντας το «πακέτο» στον εκ Κεντροαριστεράς προερχόμενο Κυριάκο Πιερρακάκη, ο οποίος όχι
μόνο διατήρησε τη διοικητική κεφαλή, αλλά ελαστικοποίησε και το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας: το αρχικώς προβλεπόμενο ποσοστό του cash rebate ανήλθε από το αρχικό 25% το 2017 σε 40% το 2020, ενώ καταργήθηκε ο διπλός έλεγχος από το υπουργείο, με την
έγκριση χρηματοδότησης να γίνεται απευθείας από τη διοίκηση του ΕΚΟΜΕ. Οσο δε αφορά τις τηλεοπτικές σειρές, μειώθηκε το όριο του κόστους παραγωγής επεισοδίου από τα 30.000 στα 10.000 ευρώ, ενώ για την έγκριση δαπανών γίνονται πλέον αποδεκτά και τιμολόγια από το εξωτερικό.

Σε αυτές τις λεπτομέρειες κρύβεται και ο «διάβολος» της αλήθειας. Και η αλήθεια είναι ότι οι μόνοι πραγματικά κερδισμένοι από αυτή την υπόθεση είναι οι ίδιοι οι καναλάρχες, οι οποίοι ως τελικοί ιδιοκτήτες των δικαιωμάτων των σειρών είναι και οι αποδέκτες του συνόλου της επιχορήγησης, είτε μέσω του cash rebate είτε του tax relief. Και είναι αυτονόητο ότι στις εταιρίες που έχουν απλώς τον ρόλο του εκτελεστή παραγωγής δεν πηγαίνει δεκάρα τσακιστή. Από την άλλη, δεν είναι μόνο η απλοποίηση διαδικασιών ελέγχου που αφήνει σκιές για αδιαφανή διαχείριση του κρατικού πόρου, αλλά και η αποδοχή τιμολογίων εξωτερικού, καθώς είναι γνωστό τοις πάσι ότι τα περισσότερα, αν όχι όλα, ιδιωτικά κανάλια έχουν εταιρίες στο εξωτερικό που καλύπτουν με νομότυπο τρόπο τις ανάγκες για μειωμένα κόστη και φοροελαφρύνσεις. Αμεσο αντίκτυπο -θετικό για την τσέπη των καναλαρχών, αρνητικό για την οπτικοακουστική αγορά- έχει και η μείωση του ορίου κόστους επεισοδίου.

Με δαπάνη έως 10.000 ευρώ είναι εξασφαλισμένη η χαμηλή ποιότητα παραγωγής σε τηλεοπτική εικόνα και περιεχόμενο. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο ότι η ένταξη στο
χρηματοδοτικό πρόγραμμα εύπεπτης λαϊκίστικης σειράς επέφερε τη θυμηδία αλλά και την οργή όσων τουλάχιστον διαθέτουν μια στοιχειώδη τηλεοπτική αισθητική. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, μειωμένο κονδύλι κατά 65% σημαίνει και δραματική συρρίκνωση των αμοιβών ηθοποιών, σκηνοθετών, σεναριογράφων και τεχνικού προσωπικού, που ούτως ή άλλως έχουν δει τα εισοδήματά τους -αν υπάρχουν- να περιορίζονται απειλητικά.

Δεν ισχύει, βέβαια, το ίδιο για τους καναλάρχες, οι οποίοι βλέπουν τα έσοδά τους να διογκώνονται και με την πρόσθετη αξία της χρηματοδότησης: «Μέλισσες» που τσιμπάνε «άγρια» νούμερα τηλεθέασης και διαφήμισης, ένας «Ηλιος» να καίει τις μετρήσεις
βραδιάτικα, τη στιγμή που το όφελος των παραγωγών καίγεται σε μια «Φριτέζα», με τους τηλε-ιδιοκτήτες να τους «Αγαπούν μεν, αλλά…». Θα μου πείτε ότι όλα αυτά είναι «Οικογενειακές ιστορίες»; Είναι, αλλά δεν μπορούμε να γλιτώσουμε τη «Μουρμούρα».
Αν σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε τον χαμηλό αριθμό των διεθνούς εμβέλειας μεγάλων παραγωγών που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα, την ποιότητα των ελληνικών ταινιών που χρηματοδοτήθηκαν, αλλά και τη με ρυθμούς χελώνας δημιουργία film offices στις Περιφέρειες, μάλλον φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι το ΕΚΟΜΕ για άλλους σκοπούς ιδρύθηκε και αλλού η ζωή το πάει.

Τι κι αν πρόσφατα η διοίκηση του οργανισμού καυχήθηκε επισήμως ότι ενισχύθηκαν 125 έργα, με το σύνολο της επένδυσης στη χώρα να διαμορφώνεται στα 127.000.000 και το cash rebate στα 46.000.000 ευρώ; Τι κι αν βρήκαν δουλειά -έστω και υποαμειβόμενη- 31.000 εργαζόμενοι, με τα γυρίσματα να διατρέχουν περισσότερες από 150 τοποθεσίες ανά την Ελλάδα; Το θέμα είναι ότι οι ιδιοκτήτες των καναλιών βάζουν στα ταμεία τους ζεστό χρήμα από τον κρατικό κορβανά, με τρόπο που ξεγλιστρά από το σφικτό θεσμικό πλαίσιο για τις κρατικές επιχορηγήσεις. Και είναι οι ίδιοι οι επιχειρηματίες που αρνούνται επί δύο δεκαετίες πεισματικά και χωρίς μέχρι στιγμής ποινικές κυρώσεις να καταβάλουν το νομίμως προβλεπόμενο 1,5% του τζίρου τους για την ενίσχυση της ελληνικής κινηματογραφικής
παραγωγής.

Η ευθιξία, βεβαίως, είναι μια άγνωστη έννοια για τον δημόσιο βίο στην Ελλάδα. Στην Αυστρία ο καγκελάριος Κουρτς παραιτήθηκε, εν μέσω καταγγελιών και εισαγγελικής έρευνας, για καταβολή 1.000.000 ευρώ δημόσιου χρήματος σε μέσο μαζικής ενημέρωσης,
προκειμένου να υποστηρίξει την υποψηφιότητά του στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές. Στην Ελλάδα, τόσο μέσω της λίστας Πέτσα όσο και μέσα από το ΕΚΟΜΕ, τα δεκάδες
εκατομμύρια προς συγκεκριμένα ΜΜΕ δεν θα έπρεπε να κινήσουνέστω κάποια διερευνητική διαδικασία από τους αρμόδιους δικαστικούς φορείς; Ψιλά γράμματα. Αλλά είπαμε, με τα πολλά στο ΕΚΟΜΕ και με τα λίγα οι «απέξω».

Πως σας φάνηκε το άρθρο;
+1
0
+1
0
+1
0
Μοιραστείτε αυτό το άρθρο
Αφήστε ένα σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *